Χάρτης 60 - ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 2023
https://www.hartismag.gr/hartis-60/afierwma/ena-vivlio-anaforas-ghia-ti-dimotiki-poiisi-sti-lesvo
Ο Σπυρίδων Αναγνώστου γεννήθηκε στον Μανταμάδο της Λέσβου το 1862 και πέθανε στην Συκαμνιά το 1916. Δούλεψε ως δάσκαλος σε χωριά του νησιού και ως σχολάρχης στην Αγία Παρασκευή και στη Λειμωνιάδα Σχολή. Την περίοδο 1884 έως 1886 φοίτησε στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και παρακολούθησε, μεταξύ άλλων, τις παραδόσεις του Γ. Ν. Χατζηδάκι και του Ν. Γ. Πολίτη.
Επιστρέφοντας στο νησί ο Αναγνώστου, σαφώς επηρεασμένος από τα μαθήματα των δύο σπουδαίων δασκάλων, άρχισε να ερευνά κα να μελετά τη γλώσσα και τη λαογραφία της Λέσβου. Το 1902 υπέβαλε το υλικό που είχε συγκεντρώσει στον πρώτο γλωσσικό διαγωνισμό που διοργάνωσε η εν Αθήναις Γλωσσική Εταιρεία και τον Μάρτιο του 1903 κέρδισε το πρώτο βραβείο εξ ημισείας με τη «Συλλογή γλωσσικού υλικού εκ Λευκάδος» του Δ. Α. Παναγιωτίδη. Η εισηγητική επιτροπή, που την αποτελούσαν ο Ν. Γ. Πολίτης, ο Κ. Ζησίου, ο Κλ. Στέφανος και ο Γ. Ν. Χατζιδάκις, έκρινε το έργο του «άξιον βραβείου διά τον πλούτον του».
Την ίδια χρονιά η συλλογή του Αναγνώστου εκδόθηκε από το τυπογραφείο «Ανέστη Κωνσταντινίδου», με τον τίτλο Λεσβιακά, ήτοι συλλογή λαογραφικών περί Λέσβου πραγματειών. Τη δαπάνη την κάλυψε ο Λέσβιος έμπορος στο Κάιρο της Αιγύπτου Ευστράτιος Δ. Καλλιγέρης.
Το 1972 ο Γεώργιος Βαλέτας ανατύπωσε την εξαντλημένη έκδοση στη σειρά «Λεσβιακή Βιβλιοθήκη». Το 1996 πραγματοποιήθηκε μια νέα έκδοση των Λεσβιακών (φωτομηχανική ανατύπωση) από το Τμήμα Κοινωνικής Ανθρωπολογίας του Πανεπιστημίου Αιγαίου, με εισαγωγή και επιμέλεια της Ρέας Δελβερούδη. Στο επίμετρο δημοσιεύεται η εισήγηση στην Ακαδημία Επιστημών της Βιέννης του Paul Kretschner «Γλωσσολογική περιήγηση στη Νήσο Λέσβο», μεταφρασμένη για πρώτη φορά στην ελληνική γλώσσα του από τον Μίλτο Πεχλιβάνο.
Η συλλογή του Σπυρίδωνος Αναγνώστου, η οποία σύμφωνα, με τη Ρέα Δελβερούδη, υπηρετεί το κύριο ζητούμενο της εποχής, τη σφυρηλάτηση μιας ενιαίας εθνικής ταυτότητας, μέσα από την προσπάθεια να αποδειχτεί ότι η γλώσσα που μιλούν οι Έλληνες είναι γνήσια απόγονος της αρχαίας ελληνικής, χωρίζεται σε τρία «βιβλία» με τους παρακάτω τίτλους: Βιβλίον πρώτον: γραμματική της εν Λέσβω λαλουμένης γλώσσης. — Βιβλίον δεύτερον: Γλωσσάριον Λέσβιον. — Βιβλίον τρίτον: Περιέχον συλλογήν δημοτικών παραμυθίων, αινιγμάτων και παντός είδους ασμάτων, προς τούτοις δ’ έτι και ανέκδοτον περί κούνιας πραγματείαν.
Το τρίτο «βιβλίo» περιέχει πέντε μέρη: δημοτικά παραμύθια, αρχαία δημοτικά άσματα (πρόκειται για τραγούδια που συνδέονται με θρησκευτικές εορτές, λόγου χάρη «Άσμα Ψαλλόμενον τη εορτή των Θεοφανείων», «Χελιδόνισμα ψαλλόμενον υπό των παίδων τη Κυριακή των Βαϊων», κ.ά.), ραγούδια που συνδέονται με τα βρέφη (νανουρίσματα και άσματα που τραγουδιούνται μόλις ξυπνούν τα βρέφη), άσματα ποικίλα και αρχαία άσματα κατά τους γάμους, και τέλος «Η Ελενίτσα ήτοι πραγματεία περί κούνιας».
Τα «ποικίλα» δημοτικά τραγούδια που έχει καταγράψει ο Αναγνώστου είναι δεκατέσσερα και προέρχονται από τον Μανταμάδο (5), τη Συκαμνιά (3), τη Μυτιλήνη (1) , τον Κλωμηδάδο (1), ενώ σε κάποια δεν δηλώνεται τόπος καταγραφής. Τα περισσότερα τιτλοφορούνται με το όνομά του ήρωα ή της ηρωίδας του ποιήματος: Ο Γιαννακός, Η Ρηγινιώ (αποσπασματικό ποίημα στο οποίο αναφέρεται το ονοματεπώνυμο Γιώργης Γρημανέλλης, που απαντά μέχρι και σήμερα στη Λέσβο), Η Θεανώ, Η άπιστος, Η σύζυγος του καπετάν Μανέτα (που είναι και το μεγαλύτερο, με 91 στίχους), η Θεοδωρούλλα. Η θεματολογία τους στρέφεται γύρω από κάποιον ανεκπλήρωτο έρωτα ή μια απιστία. Ορισμένα από αυτά είναι παραλλαγές μοτίβων γνωστών από άλλα μέρη της Ελλάδας, γι’ αυτό και τα ονόματα των ηρώων είναι κοινά; Κωνσταντής, Λυγερή, Αρετή, Σούσα, με διάφορους τόπους δράσης, ακόμα και τη Μάλτα και τη Βαβυλώνα. Σε κάποια άλλα, όπως «Του κακκνέλλ’», η λεσβιακή ντοπιολαλιά δείχνει ότι έχουν άμεση σχέση με το νησί.
Στη συλλογή βρίσκουμε επίσης τέσσερα τραγούδια του γάμου («Γαμπρός μας είναι ήλιους κι η νύφη μας Σελήνη / Κη ο κουμπάρους ξακουστός πάνου στη Μυτιλήνη»), οχτώ μοιρολόγια και μια πένθιμη παραλογή με τον τίτλο «Η βασιλοπούλα και ο Κωνσταντής». Λίγοι στίχοι:
Παίρνει τη στράτα τού στρατί, στρατί τού μουνουπάτι,
κί τού στρατί τουν ίβγαλι μπρος σί καλουγιράκι.
«Ώρα καλή, καλόγρια! Ποιανού είνι τού μνήμα;»
«Της Λυγιρής της όμουρφης, του βασιλιά της κόρης,
που ’χι αδέρφια δικουχτώ κί άντρα παλικάρι!
Του Χάρου απουκρίθηκι ότι δεν τουν φουβάτι».
«Παρακαλώ, καλόγρια, κάνι του πλιο μιγάλου
κι απού διξιά κι απού ζερζά άφ’σι παναθυράκι,
για να ιβγαίνει ι καημός, να μπαίνει τ’ αγιράκι,
χρυσές αχτίδις να ’ρχουντι τη νύχτα απ’ του φιγγάρι.
Κί για ν’ ακούγου την αυγή τ’ αηδόνια να λαλούνι».