Χάρτης 29 - ΜΑΪΟΣ 2021
https://www.hartismag.gr/hartis-29/pyxides/mpolibar-eisai-wraios-san-ellhnas
Με τον πασίγνωστο στίχο του Νίκου Εγγονόπουλου (Μπολιβάρ,
εκδ. Ίκαρος) καλωσορίζουμε στις σελίδες αυτές ποιητές της
Λατινικής Αμερικής που χρησιμοποιούν στην ποίησή τους
ελληνικά θέματα και τους παρουσιάζουμε με ένα
χαρακτηριστικό ποίημά τους και το βιογραφικό τους, αλλά και
μ’ ένα κείμενο που μας στέλνουν για τη σχέση τους με την Ελλάδα. Γιατί
σκεφτήκαμε αυτή την ιδέα; Γιατί οι χώρες της Λατινικής
Αμερικής, αποικίες της Ισπανίας, εμψυχώθηκαν από την
Ελληνική Επανάσταση του 1821 και αγωνίστηκαν για την
Ανεξαρτησία τους με πρωτεργάτη τον Ελευθερωτή Σιμόν
Μπολίβαρ. Επιπλέον, ήταν από τις πρώτες χώρες που αναγνώρισαν
την Ελλάδα ως ανεξάρτητο κράτος.
Έτσι, λοιπόν, με
καρυοφύλλι την πένα του ο καθένας και με λάβαρο την ποίηση,
συναντιόμαστε εδώ για να γιορτάσουμε τα διακόσια χρόνια από τη
φλόγα που μας ένωσε.
O Αντρές Μοράλες [Andrés Morales] (Σαντιάγο Χιλής 1962), καθηγητής Ισπανικής Λογοτεχνίας στο Πανεπιστήμιο Χιλής και αντιπρόεδρος της Ισπανοαμερικανικής Ακαδημίας Καλών Γραμμάτων που εδρεύει στη Μαδρίτη. Έχει εκδώσει είκοσι οκτώ βιβλία ποίησης και δοκίμια για την ισπανική, ισπανοαμερικανική και ευρωπαϊκή ποίηση. Βιβλία του έχουν μεταφραστεί σε δεκατρείς γλώσσες, ενώ ποιήματά του έχουν συμπεριληφθεί σε εξήντα ανθολογίες στη Χιλή και στο εξωτερικό. Για το έργο του έχει αποσπάσει τιμητικές διακρίσεις και πολλά βραβεία.
Χρησμός
Στον Γκονσάλο Ρόχας
– Δεν υπάρχει φωτεινότερη τύχη από την ίριδα του ματιού μου,
ρωτήστε τα παιδιά που κλαίνε χώμα,
σταθείτε στη θάλασσα ν’ αναπνεύσετε το πέταγμά της
όταν ο ήλιος γίνεται διάφανος κι αναστενάζει και δε φαίνεται.
Η μάντισσα κλείνει τα μάτια και χτυπάνε
τα δόντια και η γλώσσα της, κακόκεφη, στεγνή.
– Ο τροχός γυρίζει πάντα στο κέντρο τ’ ουρανού της
κι όλα σταματάνε και μιλούν και παραμένουν.
– Γυμνή στο δώμα θα υφαίνει πάντα,
ίσως ποτέ να μη γυρίσει ο εραστής της απ’ τον πόλεμο
και τα χρόνια θα χορεύουν και χωρίς ν’ αναγνωρίζει
τα κομμάτια από μέταλλο, την κιονοστοιχία, τη θάλασσα.
– Έπειτα βλέπω σιωπή και μια ανελέητη κραυγή.
Το αίμα ανακάλυψε το κενό του βάρος.
Πιο κει μια πυρκαγιά και το άλογο ύπατος
και μάρτυρες που αποπνέουν παρορμητική δόξα.
…Είναι σύννεφα στα φρύδια μου και ψάρια,
είναι πλανήτες…
Βλέπω το χνάρι να χάνει το σχήμα του και να πέφτει.
Το φεγγάρι πλησιάζει, ο άγγελος πλησιάζει.
Δύο χιλιάδες καμπάνες πληγώνουν, καρφώνονται στην ακοή μου
κι η Ιεριχώ παραδίνεται κι ο αετός ψοφά
ενώ ο ταύρος τρέχει πίσω απ’ τα λιοντάρια.
Προτελευταίες ειδήσεις, οι αγγελιοφόροι τρέχουν:
Έπεσε η Ρώμη, η Τσενοτστιτλάν, το Κούσκο.
– Το κλάμα πάλι διατρέχει τα δαχτυλίδια μου.
– Η αστυνομία καρτερεί πίσω απ’ τα τείχη,
δεν υπάρχει διαφυγή, με σέρνουν με θειάφι,
με καταναγκάζουν, με καταδικάζουν, με φιλούν στο πρόσωπο.
– Πάρτε τους καθρέφτες, δυναμώστε τούτη τη φωτιά!
– Η πείνα με συγκινεί κι αισθάνομαι σαν να πετάνε
τα κοράκια μες στο στόμα μου, τρελαμένα μου.
– Γιατί ποτέ δεν αναγγέλλω ό,τι γράφεται χθες!
…Είναι σύννεφα στα χέρια μου,
θυμάμαι μόνο τη θάλασσα…
Ένας δελφικός χρησμός
Στον Χάρολδ Αλβαράδο Τενόριο
Ρωτά ο ιερέας τη Σίβυλλα κατ’ εντολή του Αλεξάνδρου, του Μακεδόνα:
– Θα ολοκληρώσω τον άθλο για την ειρήνη εκείνων των βασιλείων και πόλεων και για το πλούσιο μέλλον που αυτές αξίζουν;
Απαντά ο ιερέας αφού άκουσε πρώτα τις κραυγές, τις λαρυγγικές συλλαβές και τον διακεκομμένο θρήνο. Τα γέλια τρελά. Τα μάτια γυρισμένα:
– Το πλοίο που θα σε πάρει
δε θα ξαναγυρίσει.
Θα γίνεις ένας νέος Οδυσσέας
χωρίς Ιθάκη, χωρίς πατρίδα:
με πλούσια κληρονομιά,
με παρακαταθήκη σκοτεινή.
Το πλοίο που θα σε πάρει
θα προσαράξει στην κορφή
κάποιου μακρινού Ολύμπου
Θεών που κατέχουν
τα κλειδιά για τις πύλες
όλων των πόλεων.
Το πλοίο που θα σε πάρει
θα ’ναι το ίδιο το κορμί σου,
με χάρη, με θέρμη, από πυρετούς
λιωμένο.
Σεφέρης
Στον Βίκτορ Λόμπος
Μια λέξη
μόνη
θ’ ανοίξει τον χώρο
της θάλασσας
ή των ουρανών:
Ύπνος.
Σαν κεραυνός που αιφνιδιάζει
και σαν μεγαλειώδης βροντή
που σκίζει τις κολάσεις.
Σαν τη μυστική φωνή
του σκοτεινού ποιήματος
μόνου,
που ζητιανεύει.
Σαν την κρύα επιφάνεια
νεκρών παρόντων σήμερα
μες στη φευγάτη μνήμη,
μες στο ανήσυχο παρελθόν.
Από τις λέξεις
μία
και
ένας ποιητής
αληθινός:
Ύπνος.
Έπειτα πια μαντεύει κανείς
τον θρήνο των κυμάτων.
Ελλάδα*
Στην Άντζελα Τζεντίλε
Ένας σπασμένος κίονας μπρος στο πετρώδες Αιγαίο. Μια κολόνα που είναι η σπονδυλική στήλη της γλώσσας μου και όλων των άλλων γλωσσών. Μια αμυδρή ανάμνηση που ανεβαίνει στα τείχη των Μυκηνών ή η ανοιξιάτικη ζέστη κοιτάζοντας την καλντέρα της Θήρας.
Μια λέξη, Ελλάδα, που διατρέχει το αίμα μου και αερίζει την καρδιά. Όχι μια χώρα ούτ’ ένα κράτος, μια πατρίδα που πληγώνει και μια πατρίδα που νανουρίζει.
Ένας χώρος στον χρόνο, στον λόγο, στο όνειρο.
Ένας τρόπος ζωής, θανάτου και αιωνιότητας.
*Ποίημα σε πρόζα που ο Α.Μ. έγραψε για την παρούσα παρουσίαση.
Ο Κάρλος Βάσκες-Ζαβάντσκι [Carlos Vásques-Zawadzki] σπούδασε Λογοτεχνία στα πανεπιστήμια του Κάλι, της Τουλούζης και του Μπορντώ και είναι ερευνητής, δημοσιογράφος, εκδότης, μεταφραστής, διευθυντής της Σχολής Λογοτεχνικών Σπουδών, καθηγητής και Γενικός Γραμματέας στο Πανεπιστήμιο Βάγιε και πρόεδρος του ΠΕΝ Συγγραφέων της Κολομβίας. Συνδιευθύνει το Διεθνές Φεστιβάλ του Κάλι και την εφημερίδα Ελ Πουέμπλο της ίδιας πόλης, έχει εκδώσει περιοδικά και έχει προσκληθεί από πολλά πανεπιστήμια του εξωτερικού. Έχει δημοσιεύσει πολλές ποιητικές συλλογές, δοκίμια, βιογραφίες, αφηγήματα, διηγήματα για νέους. Έργα του έχουν μεταφραστεί σε πολλές γλώσσες.
Γράμμα στον Τειρεσία και το ραβδί του
Για τον Εδουάρδ Στρεσίνο, Δάσκαλο των δασκάλων
«Αλλ’ όχι, μην περιμένεις από μένα ν’ αποκαλύψω
τη δυστυχία μου — καλύτερα να μην την πω: τη δική σου»
ΣΟΦΟΚΛΗΣ
«… πες μου, Τειρεσία, ποιος θα χαιρόταν περισσότερο
σε τούτη τη δοκιμασία με το να είναι στον άλλον ο μισός – κομμένος;»
ΜΙΡΙΑΜ ΜΟΣΚΟΝΑ
Φανερώσεις του λόγου σου στη σπείρα των καταβολών μας:
«… είναι τρομερό το να ξέρεις, όταν δε σε ωφελεί σε τίποτα
η γνώση που κατέχεις». Αλλά, Τειρεσία, εσύ ’σαι
στην υπηρεσία του Ομφαλού Απόλλωνα:
Είναι η γνώση σου των αλάνθαστων οραμάτων στον οίκο του Οιδίποδα,
είναι η γνώση σου των διάφανων περιοχών της εξουσίας και του αίματος,
είναι η γνώση σου των μυθικών γενέσεων που δεν αποκωδικοποιούνται τώρα,
είναι η γνώση σου των διαστροφών του πρώτου ως τον τελευταίο των ανθρώπων,
είναι η γνώση σου των διασταυρούμενων παιχνιδιών στις μοίρες των φυλών,
είναι η γνώση σου των οικουμενικών θεάτρων και της δημόσιας αλήθειας,
είναι η κυκλική γνώση σου της λογικής και του θανάτου του πατέρα,
είναι η γνώση σου του τυφλού φύλου σε μητρικά σεντόνια…
Φανερώσεις του λόγου σου στη σπείρα του παρόντος μας:
«… είναι τρομερό το να ξέρεις, όταν δε σε ωφελεί σε τίποτα».
Τειρεσίας Ι
«Τι δεν έρχεται από τη θάλασσα;»
ΕΛΣΑ ΚΡΟΣ
Νησιών, μυθολογιών και κοραλλιών η κατασκόπευση:
ρυθμοί συλλαβών και νερού σώματος
σαν πορτοκαλής ήλιος αναγραμμάτων.
Αλάτι από την κατασκόπευση στο περιπλανώμενο δέρμα σου:
δαγκώνει τα χνάρια τριζάτη άμμος,
σχεδιάζει το ραβδί σου αινίγματα, λαβύρινθους.
Η οιδιπόδεια απώλεια στην περιφέρεια της προέλευσης:
αποτεφρωμένη θάλασσα ερωτηματικών
σε βλέμματα κρυφά του φεγγαριού που γεμίζει.
Βραχνές φωνές από αφρώδεις επιφάνειες:
είσαι εσύ, Τειρεσία, γυμνός ετοιμοθάνατος
στις χρυσές φανερώσεις της μνήμης…
Τειρεσίας ΙΙ
Οι νεκροί ναυαγούν σε μνήμονα σκοτάδια,
δαγκωμένοι από ήλιους, θάλασσες κι ορίζοντες.
Ναυαγούν από λήθη σαν αβυσσαλέο πλαγκτόν.
Ναυαγούν σε πρόσκαιρα σημεία του Βιβλίου
χαμένα στη σιωπή των θεών.
Ναυαγούν άφωνοι σαν καντήλια.
Ναυαγούν σε μουτζούρες αλατιού και άμμου.
Ναυαγούν μόλις ένα βροχερό απόγευμα σταθούν
στο μεσόφρυδο του ημιθεϊκού περιπλανώμενου όντος.
Οι νεκροί ναυαγοί μένουν πίσω, είναι άγκυρες
για τα πλοία που δείχνει το φωτεινό ραβδί του.
Αποκάλυψη του Διόνυσου*
…πολύ κοντά για να με ονειρεύεται…
Εκείνη είναι γλυκιά φωτιά σαρκός
και καύσεων πραγματικών μα και φανταστικών:
νερό καμένο τα χαράματα.
Γλιστράω στις κάψες της
κι η γραφή μου γίνεται μνήμη μαγική
και ουλή του ηλιακού της ονόματος.
Από κοντά, η χρυσή ονειρεμένη αύρα της
φωτίζει μέρα τη μέρα τούτες τις σελίδες.
Μα εκείνη ονειρεύεται άλλες γεωγραφίες
για τις αισθήσεις, και η πυξίδα
των χεριών της τρελαίνει τις βελόνες της.
Η εγγύτητά μου μεταφράζει μεταφορές
της υποσχόμενης φωτιάς της σάρκας της:
θ’ αποτεφρώσει αύριο τα χαράματά μου;
Ποτέ δε θα γράψω σιωπές του ονόματός της;
Σε τούτο το υπέροχο ποτήρι κρασί,
Ο Διόνυσος θ’ αποκαλύψει την τύχη μας!
*Στις ποιητικές συλλογές Τα απαλά χέρια του Έρωτα και Ο άκρατος οίνος του Διόνυσου,
υπάρχει ένα σύνολο ποιημάτων γύρω απ’ αυτό τον τίτλο.
Η δική μας αλφαβήτα της κλασικής ελληνικής λογοτεχνίας
…η προοδευτική εξέλιξη της τέχνης είναι αποτέλεσμα του Απολλώνιου και του Διονυσιακού πνεύματος…
Φ. ΝΙΤΣΕ
Ας παραφράσουμε την Αλφαβήτα της ανάγνωσης του Έζρα Πάουντ για να φέρουμε στη μνήμη συγγραφείς, έργα και θέματα ελληνιστικά. Ο πληθυντικός αυτών των σημειώσεων περιλαμβάνει τη δική μας γενιά μελετητών και συγγραφέων -ποιητών, πεζογράφων και δοκιμιογράφων του Πανεπιστημίου Βάγιε στο Κάλι της Κολομβίας- μεταξύ των οποίων αναφέρουμε τους Χούλιο Αρένας Σααβέδρα, Τομάς Κιντέρο Ε., Κάρλος Ε. Ρεστρέπο, Χάρολδ Αλβαράδο Τ., Καρμίνια Νάβια Τ., Γουστάβο Άλβαρες Γ. και τον Δάσκαλο των Δασκάλων, Εδουάρδ Στρεσίνο.
Στον ορίζοντα, η Ελλάδα ως σκεπτόμενος πολιτισμός του γραπτού λόγου και η φροντίδα της στα κείμενα της ελληνιστικής περιόδου. Η Ελλάδα, εφευρέτρια του αλφαβήτου που θα ορίσει την επική ποίηση, καθώς εισήγαγε φωνήεντα στο υπάρχον φοινικικό αλφάβητο. Η Ελλάδα, ως τον Δ αιώνα, μια προφορική κοινωνία: τα γραπτά κείμενα θα γίνουν στήριγμα για τη συλλογική μνήμη.
Η Ελλάδα, με τη σειρά της, ένας παραλληλισμός στην κοινωνική οργάνωση: πόλεις και πολιτικές δομές. Και με τους ανθρωπολόγους Κόντε και Ντιρκέμ, η κατανόηση της καθιέρωσης συσχετίσεων / συναποφάσεων σκέψης και κοινωνίας, ως μορφές έκφρασης.
Όμηρος / Ησίοδος, πρώτος ο ένας, μεταγενέστερος ο άλλος, ή μάλλον συνυπήρξαντες;
Στην αλφαβήτα της ανάγνωσής μας, πρώτος ο μύθος – σε τόση αφήγηση (παρακάτω θα θεωρήσουμε τον λόγο). Από τα ομηρικά έπη στη Θεογονία του Ησίοδου, ο μύθος ως αφηγημένη ιστορία, που την απάγγελαν αποφασισμένα άτομα σε μοναδικές περιπτώσεις, όπου γεννιόταν μια εξήγηση του κοινωνικού κόσμου και δικαιολογείτο η συνεκτική δομή του.
Τότε ήρθαν οι ειδικοί για να τον αντιληφθούμε με πολλαπλούς τρόπους. Οι Κρόιτσερ / Λόμπεκ, που ανέλυσαν και αποσιώπησαν τον μύθο. Ο Μπαχόφεν και οι τρεις περίοδοί του: εταιρισμός, μητριαρχία και πατριαρχία –ο μύθος κι η σοφία του–, κατά τις οποίες υπήρχαν μορφές κοινωνικής και οικογενειακής οργάνωσης, ένα δικαστικό σύστημα κι έν’ άλλο θρησκευτικό· ένα όλον αλληλέγγυο προς τα μέρη του. Κι ο Μίλλερ, για τον οποίο ο πρωτόγονος ήταν ένα άλογο ον, ανυπεράσπιστο, που αγνοούσε τη σημασία των λέξεων. Κι ο Φρέιζερ, με τις τρεις περιόδους της ανθρωπότητας: μαγεία, θρησκεία, επιστήμη. Κι ο Μαλινόφσκι, με τη λειτουργία των μύθων σε πολιτισμικά περιβάλλοντα. Και οι Φρόιντ και Γιουνγκ, ο μύθος στη σχέση του με την ψυχή, σύμφυτη στην ανθρώπινη φύση· ο μύθος ως δρόμος προς το ασυνείδητο και μια θεμελιώδη οντολογική διάσταση, αυτή του επιθυμούντος ατόμου, επιπλέον του ότι είναι ον λόγου και λεξιλογίου. Κι ο Λεβί-Στρος και η αφηγηματικότητα του μύθου, ή παιχνίδι λεξιλογίου.
Οι αναγνώσεις μας των ομηρικών επών, ο Οδυσσέας και το/τα ταξίδια της ύπαρξης και η συνάντηση με τον Άλλο, τον ξένο: τον θάνατο, τον πόλεμο, τον πόνο, τον έρωτα, τη μνήμη… Και η ποίηση του Ησίοδου (θεωρούμενου ως πρώτος φιλόσοφος), ο οποίος έγραψε όταν τον επισκέφτηκαν οι μούσες εκεί που βοσκούσε το κοπάδι του, στους πρόποδες του Ελικώνα. Κι ο Πίνδαρος και η χορική λυρική ποίησή του, τα επινίκειά του και ο δρόμος του παρόντος στο μυθικό παρελθόν. Κι ο Σιμωνίδης. Κι ο Βακχυλίδης…
Το σημείο καμπής επήλθε με τη μελέτη των κειμένων των προσωκρατικών. Ο Θαλής ο Μιλήσιος και άλλοι φιλόσοφοι, και η εισβολή του λόγου. Απαλλαγμένοι από τα μυθικά οράματα: μια επιστημονική σκέψη που ακολουθεί τους Ίωνες. Ο μύθος, έκανε τον άνθρωπο –σε Όμηρο και Ησίοδο– να καθορίζεται από αυθαίρετες ανώτερες δυνάμεις. Αλλά με τον λόγο, η υποκείμενη τάξη αντέκρουε το χάος των συμβάντων που προκαλούσαν απρόσωπες δυνάμεις. Έτσι, η φιλοσοφία εισέβαλε με έλλογη σκέψη, εγκαταλείποντας τη μυθολογία στην άλογη εξήγηση του σύμπαντος· τώρα επιβάλλεται η επιστημονική πίστη στη θρησκευτική.
Σε αυτό το διαλεκτικό και ιστορικό πέρασμα από τον μύθο στον λόγο αποπροσωποποιήθηκαν οι δυνάμεις της Φύσης: έγινε ένα γνωσιολογικό άνοιγμα και μειώθηκε η αξία των παραδόσεων. Η φιλοσοφία επιχειρηματολόγησε, ο άνθρωπος έγινε μέτρον των πάντων.
Εμφανίζεται η πόλις και η κοινωνική και ιστορική οργάνωσή της. Όπως και το νόμισμα, το ημερολόγιο, η αλφαβητική γραφή, παγιώνεται ο ρόλος της ναυσιπλοΐας και του εμπορίου. Οι πόλεις και η τεχνική εξέλιξή τους, ο υλικός πλούτος, το εμπόριο («στο οποίο τα αντικείμενο γίνονται εμπορεύματα και αποκτούν αφηρημένη έννοια», Κ. Γκαρσία Α.).
Αλλά, κοντά σ’ αυτό το σημείο καμπής από τους προσωκρατικούς –που οι αναγνώσεις τους μας οδήγησαν στον Αριστοτέλη και στο φιλοσοφικό του σύστημα (συμπεριλαμβανομένης της Αισθητικής του) και στους πλατωνικούς Διαλόγους– εισβάλλουν η τραγωδία και η κωμωδία στην Ελλάδα.
Και με την ανάγνωση των Αισχύλου, Σοφοκλή και Ευριπίδη, μας παρουσιάζεται Η γέννηση της τραγωδίας, του Φ. Νίτσε.
Στη δική μας αλφαβήτα της ανάγνωσης, υπάρχει ένα γενικό ενδιαφέρον για τον Απόλλωνα και τον Διόνυσο.
Και τα ερωτήματα –στη νιτσεϊκή διαλεκτική τους βία– για τη σχέση μουσικής και τραγωδίας· τη γέννηση της τραγωδίας στο πνεύμα της μουσικής: Προς τι η ελληνική τέχνη; Η απαισιοδοξία, μήπως σημάδι παρακμής, καταστροφής, κουρασμένων και εξασθενημένων ενστίκτων; Απαισιοδοξία στην και της δύναμης; Ή αντιθέτως, έκρηξη υγείας; Ποιο είναι το ακριβές με τους Έλληνες, καλύτερη εποχή, μεγαλύτερη δύναμη, περισσότερη γενναιότητα, ο τραγικός μύθος; Και τι συνέβαινε με το τεράστιο φαινόμενο του διονυσιακού; Τι σήμαινε η τραγωδία γεννημένη από τον Διόνυσο; Ο σωκρατισμός, με τη σειρά του, είναι σημάδι παρακμής; Και η επικούρεια βούληση κατά της απαισιοδοξίας; Τα πιστεύω θεωρούμενα ως συμπτώματα ζωής; Επιστήμη και φόβος για την απαισιοδοξία; Δειλία και νοθεία, με την ηθική έννοια; Πονηριά; Σωκράτη, ήταν μήπως το μυστικό σου, η ειρωνεία σου;
Ο Διόνυσος εμφανίστηκε σαν ένα δυνατό ερωτηματικό. Υπήρχε ένα φιλοσοφικό πρόβλημα, κατά τον Νίτσε. Αλλά, τι ήταν το διονυσιακό;
Και το απολλώνιο; Το τελευταίο αυτό, «ευτυχής επιθυμία του ενυπνίου», θεός όλων των δυνάμεων που δημιουργούν μορφές· θεός ΜΑΝΤΗΣ· Η ΑΚΤΙΝΟΒΟΛΑ ΕΜΦΑΝΙΣΗ, ΘΕΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΦΩΤΟΣ. «Ο Απόλλων είναι η θεϊκή και λαμπερή εικόνα του principium individuationis, που με τα νεύματα και τα βλέμματά του μας περιγράφει όλη τη χαρά και τη σοφία της «εμφάνισης», συγχρόνως με την ομορφιά».
Γνωσιολογική και διαλεκτική κατανόηση καθώς και της κατάστασης διονυσιασμού: της ευχάριστης έκστασης που υψώνεται από το βαθύτερο του ανθρώπου και της Φύσης ακόμα, σπάζοντας, ακριβώς αυτή η principium individuationis: «η διονυσιακή ανάταση που παρασέρνει με την ορμή της κάθε υποκείμενο άτομο ώσπου να το βυθίσει στην πλήρη λήθη του εαυτού του».
Επίσης: «Υπό την επήρεια της διονυσιακής μαγείας δεν ανανεώνεται μόνο η ΣΥΜΜΑΧΙΑ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΜΕ ΤΟΝ ΑΝΘΡΩΠΟ: η Φύση σαλεμένη, είτε εχθρική είτε υποταγμένη, γιορτάζει επίσης τη συμφιλίωσή της με τον άσωτο υιό της: τον άνθρωπο».
Η διάσπαση της αρχής της εξατομίκευσης εκδηλώθηκε ως καλλιτεχνικό φαινόμενο.
Χθες, στη μυθική διάσταση, η απολλώνια μουσική ήταν περιοδική ώθηση των κυμάτων του ρυθμού· μια ηχηρή ώθηση της δωρικής τέχνης, που οι ήχοι της είχαν καθιερωθεί από πριν.
Τώρα, με τον Διόνυσο, «την ίδια την ουσία της μουσικής (και κάθε μουσικής), τη συγκινητική βία του ήχου, τον ομόψυχο χείμαρρο της μελωδίας και τον ασύγκριτο κόσμο της αρμονίας, τα στοιχεία αυτά τα διαχώρισαν με προσοχή ως μη απολλώνια: Στον διονυσιακό διθύραμβο, ο άνθρωπος νιώθει να παρασύρεται στην υψηλότερη ανάταση όλων των συμβολικών ικανοτήτων του· ανακαλύπτει κι αισθάνεται και θέλει να εκφράσει κάτι που ποτέ ως τότε δεν είχε βιώσει: την καταστροφή του πέπλου της Μαίας, την ενότητα ως όρο του είδους, της ίδιας της Φύσης.
Από δω και πέρα, η ουσία της Φύσης εκφράζεται συμβολικά· ΕΝΑΣ ΝΕΟΣ ΚΟΣΜΟΣ ΣΥΜΒΟΛΩΝ ΧΡΕΙΑΣΤΗΚΕ, ΟΛΟΚΛΗΡΗ ΣΩΜΑΤΙΚΗ ΣΥΜΒΟΛΙΚΗ· όχι μόνο ο συμβολισμός των χειλιών, του προσώπου, του λόγου, αλλά και όλων των στάσεων και νευμάτων του χορού, υποτάσσοντας στον ρυθμό τις κινήσεις όλων των μελών».
Και τότε, τα «ρίγη», που καλύπτονταν χθες από την απολλώνια συνείδηση.
Ο Διόνυσος εξαφανίζεται και εμφανίζεται την άνοιξη, αντικαθιστώντας τον Απόλλωνα τον χειμώνα. Είναι πρόεδρος, θεός των τελετουργιών.
Και συνιστά, με την πόλη και την τραγωδία, ένα συμβολικό τρίπτυχο. Υπό την τυραννία του Πεισίστρατου είχαμε την τελετουργία των τραγωδιών και τη λατρεία του Διόνυσου. Η τραγωδία είναι γιορτή της πόλης, κι ο Διόνυσος, θεός της Αθήνας. Τα «ρίγη», κάθαρσις, αλλαγή / μεταμορφώσεις της ζωής σε δραματικές τελετουργίες. Εξ ου ο διθύραμβος, άσμα της κοινότητας, αναγέννηση. Ο Διόνυσος προκαλούσε την έκσταση. Και η φανέρωση, όταν κάποιος από έξω ή από μέσα, μας αποκάλυπτε ποιος είμαι, ποιοι είμαστε. Ο δρόμος αυτός είναι διαισθητικός (ο Διόνυσος τιμωρούσε την καθαρή σκέψη). Ο Διόνυσος, θεός κάθε δημιουργίας (αγροτικής ή πολιτιστικής στην πόλη). Θεός της μέθης, του υπέρμετρου.
Ο Απόλλων κι ο Διόνυσος, τελικά, «αλληλοβοηθούμενοι, κυριάρχησαν στην ελληνική ψυχή», πρότεινε ο Νίτσε «με διαδοχικές εκδηλώσεις, με καινούργιες πάντα δημιουργίες». Και «το έργο ύψιστης και ένδοξης τέχνης της «αρχαίας τραγωδίας» και ο δραματικός διθύραμβος ως κατάληξη των δύο αυτών ενστίκτων, που η μυστηριώδης ένωσή τους, έπειτα από μακρά διαφορά, εκδηλώθηκε στη λάμψη παρόμοιας άνθησης, που είναι, με τη σειρά τους, η Αντιγόνη και η Κασσάνδρα». Είναι το μεγαλοφυές της διονυσιακο-απολλώνιας τέχνης.
Στην προσωπική μας δημιουργική διαδικασία, αυτή η διονυσιακο-απολλώνια τέχνη, είναι θεμελιώδης και μόνιμη.
Espirales – escritura ininterrumpida [Σπείρες – αδιάκοπη γραφή]· Estremecimientos [Ρίγη]· Liberaciones [Ελευθερώσεις]· Canciones para coros y café suave [Τραγούδια για χορωδίες κι ελαφρό καφέ]· Tiresias y su cayado y otros poemas [Ο Τειρεσίας & το ραβδί του κι άλλα ποιήματα]· El vino puro de Dioniso [Ο άκρατος οίνος του Διόνυσου]· Percusiones [Κρουστά]· Una tarde impura de verano [Ένα μιαρό απόγευμα του καλοκαιριού]· Bocas de agua y fuego [Στόματα νερού και φωτιάς]· Azules aguas de la Memoria [Γαλανά νερά της Μνήμης (ανέκδοτο)]· Ojos de mar [Μάτια θάλασσας (ανέκδοτο)]