Χάρτης 59 - ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ 2023
https://www.hartismag.gr/hartis-59/klimakes/o-thiroros-tis-eitikhias-mas
Καθώς μεγάλωνα στην αστική Αθήνα στις δεκαετίες του 60 και του 70 έτυχε να διασταυρωθώ με πολλούς θυρωρούς. Από τους περισσότερους έχω διατηρήσει μια θολή γενική μνήμη, ίσα που τους έπιανε το πλάι του ματιού μου στην είσοδο της πολυκατοικίας αδρανείς, θρονιασμένους σαν βαριά έπιπλα στην εσοχή τους, πότε πότε να κλίνουν ελαφρά το κεφάλι, χωρίς να είναι ξεκάθαρο αν ήταν για να με χαιρετήσουν ή γιατί τους βάραινε η νύστα. Άλλοτε στραβοχυμένοι όλη μέρα σε μια άβολη καρέκλα να παρακολουθούν με βλέμμα καχύποπτο τους επισκέπτες, άλλοτε σε στάση ετοιμότητας σαν εξυπηρετικοί μπάτλερ, άλλοι πονηροί, άλλοι κουτσομπόληδες, άλλοι ετοιμόλογοι με χιούμορ. Αλλά κανείς τους δεν με ενοχλούσε ιδιαίτερα. Έμειναν όλοι, συσσωματωμένοι, σαν μια ενιαία παρουσία στο νού μου. Ένας, όμως, ξεχωρίζει σαν αγκάθι στη μνήμη μου, εκεί στην χαμηλοτάβανη είσοδο μιας πολυκατοικίας κοντά στην Μιχαλακοπούλου, όπου έμενε μια φιλική μας οικογένεια. Τους επισκεπτόμουν συχνά γιατί έκανα παρέα με την κόρη τους. Όποτε πήγαινα σφιγγόταν το στομάχι μου από πριν, ετοιμαζόμουν για σύγκρουση, θωράκιζα την ψυχραιμία μου .... “Που πάτε;” γάβγιζε στερεότυπα αυτός ο θυρωρός, με μια στεγνή δυνατή φωνή και ύφος γυμνασιάρχη που σε πιάνει την ώρα που καβαλάς τον τοίχο για κοπάνα. “Πάνω”, μουρμούριζα εκνευρισμένος, με τόνο αδιαπραγμάτευτου δικαιώματος στο απόρρητο, αλλά βέβαια αυτός δεν λύγιζε: “Επάνω πού;” Αν δεν έλεγες δεν πέρναγες. “Μα με ξέρετε”, σφύριζα μέσα από τα σφιγμένα δόντια μου μπας και τον πτοήσω. Όχι, όχι. Έπρεπε να ομολογήσω ακριβώς προορισμό, πώς δεν ζήταγε και διαβατήριο.
Γιατί θύμωνα τόσο πολύ; Γιατί λογοδοτούσα. Γιατί μπροστά στα εφηβικά μου μάτια στεκόταν η απαγόρευση προσωποποιημένη σε σχήμα σκυλομούρη θυρωρού! Κέρβερος στο δρόμο μου, φρουρός της ελευθερίας μου. Αυτόν τον συγκεκριμένο θυρωρό μου έφερε στο νου ο τίτλος της ποιητικής συλλογής της Ευτυχίας Λουκίδου. Σε αυτού του είδους την εξουσία στο διάβα μας πιστεύω ότι αναφέρεται. Είναι ένας μικρός θεός ίσως και περισσότεροι, άλλοι μέσα μας και άλλοι έξω μας, άλλοι στην προσωπική μας και άλλοι στην δημόσια ιστορία, που ελέγχουν την πρόσβαση μας στον προορισμό μας, στις επιθυμίες μας, στις ανάγκες μας, στην ευτυχία, στο όνειρο, στην πληρότητα, στο παρελθόν μας και στο μέλλον μας, στην ίδια μας τη ζωή που προσπαθούμε να τη ζήσουμε. Εμποδίζοντας μας την πρόσβαση μας αναγκάζουν να εκτρέπουμε τη ζωή μας προς τη φαντασία μας και να την ολοκληρώνουμε εκεί. Οι πιο δημιουργικοί την διοχετεύουν στην τέχνη. Μια τέχνη που γίνεται τόσο πιο φαντασμαγορική όσο περισσότερο εγκλωβίζεται κανείς στο αδιέξοδο. Μιλώ για τραύματα, φυσικά. Κι εκεί που η κοινή αφηγηματική γλώσσα δεν καταφέρνει καν να αγγίξει τις διαστάσεις, ο βουβός πόνος και η βουβή ανάγκη βρίσκουν διέξοδο μόνο στον ποιητικό λόγο. Μόνο αυτός μπορεί να τα βγάλει πέρα. Νομίζετε ότι το δραματοποιώ; Όχι πολύ...
Πριν πολλά χρόνια σε μια παρουσίαση του περιοδικού Αuto da fe στους Αέρηδες, στην Πλάκα, μια έκδοση των εκτοπισμένων από ανά την γη συγγραφέων από ολοκληρωτικά καθεστώτα είχε ρωτήσει κάποιος τον νομπελίστα ακτιβιστή ποιητή Wolle Soyinka: “Πώς διαφέρει ο συγγραφέας από έναν πολιτικό; ”. «Ο πολιτικός αναζητά την εξουσία», είχε απαντήσει. «Ο συγγραφέας την ελευθερία».
Η Ευτυχία Αλεξάνδρα Λουκίδου, όπως και όσο την έχω γνωρίσει, είναι ένας πολύ ελεύθερος άνθρωπος, στη σκέψη, στη δράση, στη διασκέδαση, στη φιλία, στην αγάπη, στη φροντίδα. Που έχει κατορθώσει στη ζωή της να επιζήσει από ένα παρελθόν οικογενειακό και προσωπικό γεμάτο από συμβάματα υπέρτερα του ανθρώπινου ελέγχου που την άφησαν μερικές φορές εκτεθειμένη σε κοινωνικές διακρίσεις και κριτικές. Ξέρω ελάχιστα από αυτά, μόνο τα πολύ μεγάλα, όμως ο απόηχός τους, το συναισθηματικό τους βάρος (και βάθος) είναι αυτό που βάζει φωτιά στην ποίησή της και την ανοίγει σαν πυροτέχνημα προς όλες τις κατευθύνσεις. Η φαντασμαγορία, η δραματουργία και ο σαρκασμός που ενσωματώνει στο λόγο της, είναι ευθέως ανάλογα της απόγνωσης για τον χρόνο που καταναλώνεται χωρίς τα αναμενόμενα να συντελούνται, παρά την προσπάθεια, παρά την οδύνη, παρά την αφοσίωση. Και μιλάει μερικές φορές ευθέως σε κάποιον μέσα στο ποίημά της, άραγε στον αναίσθητο θυρωρό; — γιατί νιώθει υποχρεωμένη να λογοδοτήσει και να αμυνθεί στο κοινωνικό περιβάλλον που την ελέγχει. Πώς ελευθερώνεται, πώς ξεφεύγει κανείς από τη μοίρα; Από την απώλεια. Από τους μικροθυρωρούς της κοινωνίας ;
Αντιγράφω εδώ από μια κριτική του Παναγιώτη Νικολαϊδη για το βιβλίο της: “Η ποίηση για τη Λουκίδου αποτελεί πρωτίστως, ένα σημείο-τόπο καταφυγής, όπου πτυχές του παρελθόντος και του παρόντος συνθέτουν εικόνες και συγκροτούν, εν τέλει, ένα ενιαίο και διαρκές παρόν... ως λυτρωτικό καταφύγιο μέσα στο οποίο η ποιήτρια ευελπιστεί να προφυλάξει το πραγματικό της πρόσωπο από τον χρόνο, τη φθορά και τον θάνατο.” Και λέει παρακάτω ότι η αφήγησή της δημιουργεί τις προϋποθέσεις ενός οιωνεί μυθιστορήματος...”.
Aυτό το «οιωνεί μυθιστόρημα» είναι φυσικά ένα πολυδιάσταστο και πολυδιασπασμένο ποιητικό μυθιστόρημα, που εγώ το διαβάζω σαν μια ανεκπλήρωτη λαχτάρα της ποιήτριας για ενότητα και για μια αδιασπαστη —άσχιστη, αθρυμμάτιστη, ανεμπόδιστη ίσως— ζωή. Σε μια συνέντευξη που έδωσε φέτος η Ευτυχία στον Ελπιδοφόρο Ιντζέμπελη λέει ότι “Η ποίηση καλείται να επαναφέρει μιαν άλλου τύπου ενότητα να υπενθυμίσει το χαμένο ολόκληρο και αναλαμβάνοντας τη συναρμογή των φραγμέντων να οδηγήσει στην ακεραιότητα…”. Μιλάει εδώ , πιστεύω, για μια αποκατάσταση του σπασμένου, μια επανένωση των μερών που διχάστηκαν και απομονώθηκαν από τον θάνατο, το χρόνο, τη διεκδίκηση, την εκμετάλλευση, όλους αυτούς τους μπανάλ αλλά με εξουσία θυρωρούς της ζωής…
Για τον Θυρωρό των ημερών της Ευτυχίας έχουν γραφτεί πολλά και δικαίως. Είναι μια ώριμη και σημαντική συλλογή στην ποίηση της αλλά και στην νεοελληνική ποίηση γενικότερα. Η προσωπική και η κοινωνική της ζωή παρέχει την ύλη για το πρώτο μέρος του βιβλίου αλλά στο δεύτερο μέρος μιλάει για την ποιητική της ζωή και τη διαδικασία της ποιητικής δημιουργίας. Εδώ φαίνεται η εμπειρία και η ωριμότητά της τόσο στην γραφή όσο και στην μελέτη της. Είναι το αποτέλεσμα της της επεξεργασίας της ποιητικής τέχνης και του στοχασμού μέσα της και η συνειδητοποίηση ότι η ποίηση στη ζωή του πραγματικού ποιητή έχει μέγεθος και ορμή φυσικού φαινομένου και κάποτε φυσικής καταστροφής: Γράφει : “η ποίηση είναι κατακλυσμός/ —δεν είναι κιβωτός, καλέ μου Νώε”— κι αναρωτιέμαι, εγώ, αν η ποίηση είναι ο κατακλυσμός ποια είναι η κιβωτός; Κιβωτός είναι η ποιητική παράδοση, τα έργα των άλλων ποιητών, που το μελετά συστηματικά για πολλά χρόνια, άρα αυτά της επιτρέπουν κάποια ασφάλεια σε αυτό τον ελεύθερο πειραματισμό και η αλήθεια είναι ότι με τον καθένα ποιητή που μελετά η Ευτυχία αναπτύσσει μια ενσυναισθητική επαφή, κάτι σαν μια ιδιαίτερη προσωπική σχέση.
“Εκείνο που καθημερινά προσπαθώ είναι η ανάγνωση”, λέει στη συνέντευξή της, κάτι που για μένα δείχνει καθαρά την πολυφωνία που υπάρχει ανά πάσα στιγμή μέσα της όταν γράφει. Επίσης μιλάει σε αυτό το δεύτερο μέρος του βιβλίου, για τον πειραματισμό της γραφής της, την ελευθερία της εξερεύνησης, το σπρώξιμο των δημιουργικών ορίων της προς το άγνωστο, την επιθυμία να εξοικειωθεί το ανοίκειο να το καταλάβει και να ενωθεί μαζί του.
Στην ίδια συνέντευξη χρησιμοποιεί τη λέξη “εξακτινώνεται”, κάτι που στην αρχή μου φάνηκε εξεζητημένο, μέχρι που αντιλήφθηκα την ακρίβεια αυτού του χαρακτηρισμού για το ποιητικό της ιδίωμα. Μέσα στην ποίηση της Ευτυχίας Λουκίδου «εξακτινώνεται», πράγματι, μια ταυτόχρονη ελεύθερη κυκλοφορία σε πολλαπλά βιωματικά σύμπαντα. Η Θεώνη Κοτίνη, σε μια εξαίρετη κριτική της για τον Θυρωρό των ημερών, επισημαίνει την αντίθεση στη λιτότητα και την αφαίρεση που αναμένει κανείς στην ποίηση με τον “φραστικό πληθωρισμό” με τον οποίο βρίσκεται αντιμέτωπος κανείς στην ποίηση της Ευτυχίας και που το χαρακτηρίζει “αρμονία του περιττού”, φαντασμαγορικό “ερειπιώνα των αναμνήσεων”. Είναι όμως η αφαίρεση αυτό που περιμένει κανείς στην ποίηση; Και μόνο ο Γιάννης Ρίτσος, για παράδειγμα δεν μου φαίνεται εμένα καθόλου αφαιρετικός. Ο τρόπος που είναι γραμμένος ο Θυρωρός των Ημερών μού έφερε και λίγο στο νου αυτό που παρουσίαζε η περυσινή ταινία που πήρε το όσκαρ «Τα πάντα όλα» (ακριβής μετάφραση : τα πάντα παντού ταυτόχρονα — everything, everywhere, all at once). Είναι ένας εξαιρετικά μοντέρνος τρόπος σύλληψης και γραφής και είναι ο τρόπος που οι αναμνήσεις και οι παρατηρήσεις της Ευτυχίας απλώνονται συνειρμικά προς όλες τις κατευθύνσεις και φτιάχνουν το σύμπαν της, ξεφεύγοντας ενώ προσπαθεί να την ελέγξει ο μίζερος θυρωρός. Στην τέχνη όλα είναι παρόντα, και όλα είναι πάντα δυνατά. Και ας δημιουργούν σύγχυση και πολυδύναμο χάος μερικές φορές. Η λύση που πρότεινε η ταινία στον υπαρξιακό κατακλυσμό που δέχεται κανείς από αυτή την πολλαπλότητα είναι η απλότητα της σχέσης, της ένωσης και αυτή ακριβώς την ανάγκη υπογραμμίζει διακαώς, ρητά και άρρητα, όλο το βιβλίο της Ευτυχίας.
Ο Γρηγόρης Τεχλεμετζής έχει προτείνει να προσεγγίσουμε το έργο σαν “συναισθηματικές ενότητες που ενοποιούνται σε μια κεντρική ιδέα παρά για θεματολογία”. πιστεύω έχει δίκιο. Η αναζήτηση της σαφήνειας, μιας ακριβούς αντιστοίχησης με γεγονότα της βιογραφίας της ποιήτριας θα χαλάσει αυτή την αεικίνητη συναισθηματική και στοχαστική περιδιάβαση στην οποία μας ελευθερώνει καθώς παραδίδεται κι η ίδια στον κατακλυσμό της. Το αποτέλεσμα καταλήγει πολύ περισσότερο από το άθροισμα των μερών.
Ο θυρωρός των ημερών, λοιπόν, για να μην κάνω κατάχρηση του χρόνου σας, εν κατακλείδι, αυτό το πολύ σημαντικό πιο πρόσφατο ποιητικό βιβλίο της Ευτυχίας Αλεξάνδρας Λουκίδου, συγχρόνως μαθήτριας και δασκάλας της ποίησης και τη ζωής και εξαιρετικά ευαίσθητης δημιουργού, παρουσιάζει την φαντασμαγορία της φθοράς μας, την πολύχρωμη και πολυθεματική ιστορία της πορείας μας προς την καταστροφή, που όμως βαθμιαία και σταδιακά, καθώς την αντικρίζουμε και την εξερευνούμε, μας απελευθερώνει από τον φόβο και τα όρια, και φυσικά φτάνει στο τέλος να μας απελευθερώσει από την ίδια τη ζωή. Αυτή βέβαια είναι η πιο τρομακτική από όλες τις αντιφάσεις σε αυτό το ξέφρενο ταξίδι που έτσι κινδυνεύει να ακυρώσει και το οποιοδήποτε νόημα. Αυτό όμως που δεν ακυρώνει είναι η ζωή ως εκεί, η περιπέτεια, η ποικιλότητα, οι εμπειρίες, οι σχέσεις, οι απολαύσεις, οι πόνοι, το εδώ και τώρα που είναι πάντα ζωντανό, όσο υπάρχει ένα εδώ και τώρα. Αυτό είναι και το νόημα της ποίησης ως τέχνης. Το ίδιο το βίωμα της ζωής, γιατί άλλο δεν έχει, στιγμιαίο ή διαρκές, μεγάλο ή μικρό, σκοτεινό ή λαμπερό. Και μέσα στην ποίηση της Ευτυχίας αυτό αποτυπώνεται συγκινητικά και εντυπωσιακά για να μας το θυμίζει στο διηνεκές. Όσο διαρκεί κι αυτό.