Χάρτης 55 - ΙΟΥΛΙΟΣ 2023
https://www.hartismag.gr/hartis-55/poiisi-kai-pezografia/ta-oneira-tis-kassandras
Αλήθεια τώρα με πιστεύεις;
Ξημέρωμα θαμπό στης Αργολίδας το αποψιλωμένο ελικοδρόμιο. Ο Προμηθέας επεστράφη στον αητό του. Στους ασημένιους δίσκους κεφαλάκια πλαγιαστά, με μαραμένα χαμομήλια για στολίδι και την χυδαία έκφραση του σφάγιου που ακούει —θέλοντας και μη— ως τον βαθύτερο της ύπαρξής του ύπνο, τις ερμηνείες να σκεπάζουν τους μπαλτάδες. Κι έπειτα εκείνο το προγκρέσιβ ροκ «στης Κλυταιμνήστρας την ποδιά» από το κόρους των μυγών το ακατάπαυστο.
Ήμουν στο στόμα φιλημένη
Παραληρούσα τον Απόλλωνα — χτυπιόμουν
και δεν με πίστευε κανείς
Νουθεσίες προς Ευήμερον
Ούτε αν κυκλοφορήσουν φήμες ότι κλέβεις
Ούτε αν σε πιάσουν, όπως στη Σπάρτη
Ούτε και τότε να κλονίζεσαι Ευήμερε
Να το τραβάς ακόμα πιο μακριά
Να ορκίζεσαι στα πιο γελοία ψέματά σου
Ότι είσαι ανήξερος κι ανέλπιστα ευειδής
έτσι που το σουρώνεις το μουτράκι!
Πρωτίστως ο ηγέτης είναι νταβατζής
Να τους πουλάς, να τους τα παίρνεις,
Να βαράς: γουστάρουν νταηλίκια οι Αθηναίοι
Και ας λένε…
Ευκαιρίες καριέρας
Με πόση φυσικότητα ο πωλητής
πέρασε στην πολιτική!
Όπως ένας χασάπης κάποτε
γινόταν χειρουργός
Σε κάτι τέτοια είναι μανούλα ο θάνατος
με δύο χέρια τον ψηφίζουν οι φτωχοί
ούτε που νιώθουν δηλαδή
τη μαύρη μεσολάβηση
Δήλωση
Το να ελπίζω, το λήγω
Κράτησα τη σημαία με τα δόντια
Και το θέλω το κεφάλι μου
(λες και
όταν διακηρύσσεται η απόγνωση
χάνει το κύρος της
ή
λες και
μπορεί κανείς να σπιρουνιάσει
το λιπόσαρκο άλογο,
να εκβιάσει
την τύχη
ή
λες και
η μωρία είναι το πιο
ασυγχώρητο έγκλημα)
Σε ζοφερούς καιρούς
Αδρά κι η μοίρα
Όπως σε κόβει με το μάτι ο σωματέμπορας
Για πόλεμο, για χαμαλίκι, για γαμήσι
Για ανταλλακτικά
«Ένα ξόρκι που λέγεται φωναχτά»
Χείρα κίνει χείρα κίνει χείρα κίνει χείρα κίνει χείρα
Ο αρχετυπικός γορίλας
Ρίχνω τις λέξεις στο κενό
στέλνω πυραύλους στο διάστημα
Δεν πέφτω
Έκανα γύρω μου το χάος παρουσία
κι η αγκαλιά σου είναι
απεριόριστη—
αν εξαιρέσεις ίσως
τα συντελεσμένα
τ΄άστρα που λαμπυρίζαν χθες
Η καρέκλα καθόταν ξεδιάντροπα
Απ' τη γωνία μού έτεινε τη λεκάνη της
παραβιάζοντας για λίγα μόνο χιλιοστά
τα όρια της κοσμιότητας
(άλλος
αντί του νεύματος θα πρόσεχε
τα αυστηρά σκαλίσματα
μα εγώ δεν μου το έβγαζες
απ' το μυαλό)
Κι όταν με κάποια συστολή
πήγα ως εκεί και κάθησα
—καλό κορίτσι— πάνω της
και σήκωσα το βλέμμα
Ήσουν ο θρόνος αγάπη μου
δίναμε εντολές
ζούσα μέσα στα μπράτσα σου