Χάρτης 24 - ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 2020
https://www.hartismag.gr/hartis-24/diereynhseis/to-krasi-toy-agioy-nikolaoy
Αρχές Δεκεμβρίου γιορτάζεται τόσο από την Ανατολική Ορθόδοξη όσο και από την Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία η μνήμη ενός δημοφιλούς Αγίου, του επισκόπου Μύρων Νικολάου (Λυκία, Μ. Ασίας, τέλη 3ου - πρώτο μισό του 4ου αιώνα).
Στην παράδοσή μας ο Άγιος Νικόλαος είναι προστάτης των φτωχών και κυρίως των θαλασσινών, καθώς έχει συνδεθεί με πολλά θαύματα διάσωσης ναυτικών και πλοίων.
Ο Dante Alighieri όμως στην τεράστια συλλογή προσώπων, φανταστικών, μυθικών, αγιολογικών, ιστορικών, της «La Commedia» (πιο γνωστής ως La Divina Commedia, όπως τη θέλησε ο Βοκάκιος) διαλέγει να αναφερθεί σε ένα μόνο περιστατικό από τη ζωή του Αγίου:
Esso parlava ancor de la larghezza
che fece Niccolò a le pulcelle,
per condurre ad onor lor giovinezza.
(Purgatorio, XX 31- 33)
(«Αύτη προσέτι έλεγε την γενναιοδωρίαν,
ην έδειξ’ ο Νικόλαος προς τας παρθένους κόρας,
καθοδηγών εις την τιμήν την νεαράν των ώραν.»
Μετάφρασις έμμετρος Γεωργίου Εμμ. Αντωνιάδου, 1881)
(«Η δ’έλεγ’ έτι φιλοδωρίας όσας
Παρέσχε Νικόλαος παρθένοις κόραις,
Ίν’ εις τιμήν νεότητ’ αυτών ευθύνη.»
Μετάφρασις Κωνσταντίνου Μουσούρου, 1884)
Βρισκόμαστε στον πέμπτο κύκλο του Καθαρτηρίου, όπου οι ψυχές εξαγνίζονται για την φιλαργυρία που έδειξαν στην ζωή. Ο ποιητής προχωράει και ακούει το πνεύμα ενός Γάλλου, του Ούγου Καπέτου (του παλιού βασιλιά των Φράγκων Hugues Capet) να μιλάει για κάποιους που δεν παρασύρθηκαν από το πάθος αυτό και για άλλους αντίθετα που τους χαρακτήριζε.
Έτσι εδώ, σε μια και μόνο πυκνή νοηματικά τερτσίνα, κλείνεται όλη η περίφημη γενναιοδωρία του Αγίου Νικολάου, με την περιληπτική διήγηση της φιλανθρωπίας του. Στα Πάταρα της Λυκίας, γενέθλια πόλη του Νικόλαου, κάποιος γείτονας, «ανήρ των πρώην ενδόξων και ευπατριδών…εξ επιβουλής και φθόνου του αεί βασκαίνοντος Σατάν τοις κατά θεόν ζην προαιρουμένοις πενία πολλή και απορία καταπιεσθείς και εξ ευημερίας εις εσχάτην δυσημερίαν εληλακώς, έχων τρεις θυγατέρας ευμόρφους και καλάς τω είδει σφόδρα, εβούλετο ταύτας προστήσαι εις ακολασίας εργαστήριον καντεύθεν την χρείαν της ζωής εαυτώ τε και τοις μετ’ αυτού περιποιήσασθαι. Νομίμως γαρ αυτάς αγαγέσθαι γυναίκας ουδείς των αγερώχων και αδρών διά το πένεσθαι κατεδέχετο». Ο Νικόλαος τρεις φορές, μια για κάθε κόρη, έριξε κρυφά τη νύχτα από ένα φεγγίτη «δεσμόν χρυσίου» ώστε να μπορέσουν να νυμφευτούν και να ζήσουν με αξιοπρέπεια. (Vita per Michaelem).
Στην εικονογραφία της Ανατολικής Εκκλησίας επίσημης ή λαϊκής η ιστορία αυτή δεν φαίνεται να είναι αρκετά διαδεδομένη, ανεξάρτητη είτε ως μέρος του κύκλου σκηνών (πιο συχνή) από το βίο του Αγίου. Ωστόσο στην Ερμηνεία της Βυζαντινής Τέχνης, ο Διονύσιος ο εκ Φουρνά δεν παραλείπει να σημειώσει μια χαρακτηριστική λεπτομέρεια: « ο Άγιος Νικόλαος νέος», καθώς δεν πρόκειται για θαύμα, ούτε κάποια θαυμαστή εμφάνιση, αλλά για μια φιλεύσπλαχνη πράξη από την νεανική εποχή του Νικόλαου. Ξεχωρίζει βέβαια η τοιχογραφία στον Άγιο Νικόλαο Ορφανό στη Θεσσαλονίκη με την πλούσια χρωματική παλέτα της παλαιολόγιας εποχής. Αντίθετα στη Δύση η ιστορία αυτή είχε μεγαλύτερη εξάπλωση και τα εικονογραφικά παραδείγματα είναι πολύ περισσότερα σε αυτοτελείς συνθέσεις σε πολλούς ναούς.
Έχοντας σχέση και στη δυτική παράδοση με το υγρό στοιχείο ο Άγιος Νικόλαος αποκτά εκκλησίες κοντά σε πηγές, ποτάμια, βάλτους, λίμνες ακόμη και σε γέφυρες (Avignon). Σε ένα πρώιμο κείμενο που συμφύρεται με τους Βίους του Αγίου περιγράφεται το θαύμα της εκδίωξης του κακού πνεύματος από μία πηγή: « ‘…πηγήν γαρ είχομεν ύδατος εκ παλαιού του χρόνου εν τη κώμη ημών (λέγουν οι προστρέχοντες στον Άγιο), εξ ης, αρυόμενοι απ’ αυτής, πάντες του πότου την χρείαν αποπληρούμεν, ημών τε αυτών εις υπηρεσίαν και των κτηνών και αλόγων ζώων. Εν μια γουν εξήλθέν τις γυνή, του υδρεύσαι εν τη τοιαύτη πηγή και εξαίφνης συνταράξαν αυτήν πνεύμα πονηρόν, ώθησε και έρριψεν εν τω ύδατι αυτήν και απέπνιξεν. Από ουν της ώρας εκείνης εταράχθη το ύδωρ και βορβορώδες εγένετο. Αλλά και φόβος κατέσχεν ημάς και δειλία ουχί τυχούσα, ωστέ μηκέτι κατατολμάν τινα εξ ημών προσεγγίσαι τη πηγή εκείνη. Και ιδού, κινδυνεύομεν πάντες συν τοις κτήνεσιν ημών. Καταξιωσάτω τοίνυν η ση οσιότης, μέχρι του τόπου παραγενέσθαι και τη θλίψει ημών αυτοψί θεάσασθαι και την λύσιν του κακού θάττον ποιήσασθαι’. Ο δε μέγας Νικόλαος…» και σε ένα άλλο περιστατικό βοηθά τους πιστούς να ανακαλύψουν υπόγεια πηγή: «‘Δεόμεθά σου, κύριε, εν τω παρ’ ημίν όρει …ύδωρ εστί κεκρυμμένον, ούτινος την ακοήν έχομεν κατά παράδοσιν, ότι υπήρχέ ποτε πηγή ύδατος εν τοις προπάλαι χρόνοις εν τω τόπω εκείνω. Της δε νυν γενεάς ούτε το ύδωρ τεθέαταί τις, ούτε τον τόπον επίσταται, ένθα το ύδωρ εστί. Δεήθητι ουν του Κυρίου, δούλε του θεού, όπως δια των ευπροσδέκτων ευχών σου φανερώση ημίν ο Κύριος’. Και κελεύσαντος αυτού του μακαρίου πατρός ημών Νικολάου παντί τω πλήθει ακολουθείν αυτώ, άραντες μετά χείρας το τίμιον όπλον του ζωοποιού σταυρού συν τοις αχράντοις ευαγγελίοις, απέρχονται λιτανεύοντες συν αυτώ έως του ρηθέντος όρους. Και κλίνας τα γόνατα ο του θεού θεράπων Νικόλαος προσηύξατο λέγων ‘Κύριε (…)’ της ουν ευχής τελεσθείσης και του λαού επειπόντος το αμήν, περιεσκόπει έκαστος αυτών, διαλογιζόμενοι, εν ποίω άρα τόπω η δωρεά του ύδατος μέλλει πηγάζειν. Ο δε του Θεού εκλεκτός έφη ‘Εν τω τόπω τούτω, εν ω’, φησιν, ‘έκλινα τα γόνατα, εν αυτώ την ευλογίαν του ύδατος ρυήσεσθαί μοι απεκάλυψεν ο Κύριος’. Και λαβών ο του Θεού δούλος δίκελλαν του ορύγματος πρώτος απήρξατο (…) έβλυσεν άφθονον ύδωρ πολύ σφόδρα». (Vita Nicolai Sionitae, Paraphrasis Ambrosiana στο G. Anrich, Hagios Nikolaos, Band I: Texte, Teubner 1913).
Σε μια άλλη διήγηση ο Άγιος Νικόλαος πάλι στέλνεται από τον ίδιο το Θεό να σώσει κάποιον, που βλέπει στο όνειρό του να πνίγεται μέσα σ’ ένα βάλτο εξαιτίας της δυσπιστίας του: «‘Ιδών δε ο φιλάνθρωπος θεός την τοσαύτην μου απιστίαν, δείκνυσί μοι τη νυκτί εκείνη ποταμόν πεπληρωμένον βορβόρου, ορμήσαντα επί εμέ και υποβρύχιον μέλλοντά με καταπιείν διά την σκληροκαρδίαν μου. Και έμφοβος γενόμενος εκραύγασα μεγάλη φωνή και είπον ‘Ελέησόν με, Κύριε, και εξάρπασόν με εκ του βορβόρου τούτου’. Και ήκουσα φωνής άνωθεν λεγούσης προς με ‘ Έρχεται προς σε ο δούλος του Θεού Νικόλαος, ος εκσπάσαι δυνήσεταί σε εκ του επερχομένου κινδύνου’. Και μετά το γενέσθαι την τοιαύτην φωνήν, παρεγένετό τις ιεροπρεπής τω είδει, και κρατήσας μου της χειρός, ανήγαγέ με εκ του βορβόρου ποταμού ειρηκώς ‘Τέκνον μου, γενού πιστός (…)’».
Στη νοτιοανατολική Γαλλία, λίγο προτού ο ποταμός Σόν (Saône) συναντήσει τον Ροδανό (Rhône), στην πόλη Beaujeu, ένας από τους πιο παλιούς ναούς του Αγίου Νικολάου χτίστηκε στις αρχές του 12ου αιώνα πάνω σε έλη, που σχημάτιζαν παραπόταμοι και ρυάκια στην αριστερή πλαγιά της κοιλάδας του Σον. Ο θρύλος λέει ότι εδώ πνίγηκε, ενώ γύριζε από κυνήγι, ένας νέος, ο γιος του άρχοντα της περιοχής, και το σώμα του χάθηκε.
Το μοτίβο με παραλλαγές είναι γνωστό στη μεσαιωνική λαϊκή παράδοση. Ένα παρόμοιο βρίσκουμε στο Δάντη πάλι. Επτά τερτσίνες με καταιγιστικό ρυθμό, σε ένα από τα πιο συναρπαστικά μέρη της Commedia, περιγράφουν πως χάθηκε το σώμα ενός νέου ιππότη, όταν σε μια θυελλώδη νύχτα τα νερά των ποταμών φούσκωσαν και τον παράσυραν. Ο Άγγελος του Θεού επικρατεί στη διεκδίκηση της ψυχής, αφού ο νέος πρόλαβε να κάνει το σταυρό του, αλλά ο Σατανάς οργισμένος προκαλεί την απώλεια του σώματος. Στην προηγούμενη περίπτωση ελπίδα σωτηρίας είναι η επίκληση του Αγίου Νικολάου με την ανέγερση εκκλησίας του. Όνειρο ή μη, το κοινό στοιχείο είναι το υγρό τοπίο με μικρούς και μεγάλους ποταμούς μιας κοιλάδας. Μιλάει η ίδια η ψυχή στον ποιητή:
«Ben sai come ne l’aere si raccoglie
quell’ umido vapor che in aqua riede,
tosto che sale dove ’l freddo il coglie.
Giunse quel mal volerche pur mal chiede
con lo ’ntelletto, e mosse il fummo e ’l vento
per la virtù che sua natura diede.
Indi la valle, come ’l dì fu spento
da Pratomagno al gran giogo coperse
di nebbia ; e ’l ciel di sopra fece intento,
sì che ’l pregno aere in acqua si converse;
la pioggia cadde, e a’ fossati venne
di lei ciò che la terra non sofferse;
e com ai rivi grandi si convenne,
ver’ lo fiume real tanto veloce
si ruinò, che nulla la ritenne.
Lo corpo mio gelato in su la foce
trovò l’ Archian rubesto; e quel sospinse
ne l’ Arno, e sciolse al mio petto la croce
ch’ i’ fe’ di me quanto ’l dolor mi vinse;
voltòmmi per le ripe e per lo fondo,
poi di sua preda mi coperse e cinse»
(Purgatorio, V 109- 129)
(« Γινώσκεις ότι οι υγροί ατμοί εις τον αέρα
συνάγονται, και ύστερον μεταμορφούντ’ εις ύδωρ,
ευθύς ως αναβούν εκεί όπου τους δράττει ψύχος.
Επήλθεν ο Κακόβουλος εκείνος, όστις μόνον
προς το κακόν έχει τον νουν, ατμούς δε και ανέμους
εκίνησε με την ισχύν ην έχει κατά φύσιν.
Την δε κοιλάδα ύστερον, αφού το φως εχάθη,
με νέφη επεκάλυψεν από του Πρωτομάγνου
μέχρι του υψηλού ζυγού, κ’ επύκνωσε τοσούτον
τον ουρανόν, ώστ’ ο βαρύς αήρ ετράπ’ εις ύδωρ.
Ο υετός κατέπεσε κι’ εις φάραγγας εισήλθεν
ό,τι δεν είχεν εξ αυτού η γη απορροφήσει.
Αφού δε εις τα ρεύματα συνήλθε τα μεγάλα
προς τον βαθύρρουν ποταμόν, κατεκρημνίσθη τόσον
ορμητικός, ώστε ουδέν κατέσχε την ορμήν του.
Το παγωμένον πτώμα μου ο πλήθων Αρχιάνος
ευρήκεν εις τας εκβολάς, και τώθησ’ εις τον Άρνον,
και τον σταυρόν διέλυσεν, ον είχα σχηματίσει
υπό του πόνου δαμασθείς, επάνω εις το στήθος.
Κατόπιν διά των οχθών και του βυθού κυλίων
μ’ εσκέπασε και μ’ έζωσε με όλην του την λείαν».
Μετάφρασις έμμετρος Γεωργίου Εμμ. Αντωνιάδου, 1881)
Όμως η πόλη Beaujeu, πρωτεύουσα της παλιάς ιστορικής επαρχίας του Beaujolais, όπου οι Ρωμαίοι άρχισαν να φυτεύουν τους πρώτους αμπελώνες, είναι γνωστή και για το ομώνυμο κρασί, που παράγεται από την τοπική ποικιλία Gamay Noir à Jus Blanc τουλάχιστον από τον 15ο αιώνα. Στα τέλη Νοεμβρίου βγαίνει παραδοσιακά από τη νέα σοδειά το πρώτο beaujolais primeur (ή nouveau όπως έχει τις τελευταίες δεκαετίες γίνει γνωστό) φρέσκο, φρουτώδες, αρωματικό με έντονο ρουμπινί χρώμα. Η πόλη γιορτάζει και σε λίγες μέρες ο Άγιος Νικόλαος στο πανηγύρι έχει προφανώς το κρασί του.