Χάρτης 51 - ΜΑΡΤΙΟΣ 2023
https://www.hartismag.gr/hartis-51/klimakes/akidia
Αν δεν έρθω στην κηδεία σου, να μην έρθεις στη δική μου, είχαμε συμφωνήσει πριν από χρόνια με φίλο μου, στην κηδεία του οποίου πήγα, αν και αμφιβάλλω πως θα μπορέσει να ανταποδώσει. Βέβαιο θεωρώ ότι, αν δεν έρθετε στην κηδεία μου, ούτε στη δική σας θα έρθω. Το πρόβλημα παραμένει με εκείνους που θα προσέλθουν, εφόσον μετά αδυνατώ να παραστώ. Παράσταση πράγματι, πένθους και άλλων αισθημάτων εθιμοτυπίας, συνιστά κάθε κηδεία, που είναι μια φροντίδα, ακόμη και αν κάποιος θα προτιμούσε να είναι ακηδής και αμέριμνος.
Η αύξηση όχι των εισπράξεων, αλλά των πράξεων, που επεκτείνουν με προσχώσεις υλικού την ηλικία, συνεπάγεται πολλαπλασιασμό εθιμοτυπικών υποχρεώσεων. Ταυτόχρονα, οικογενειακοί και ανέστιοι λόγοι υγείας καθιστούν αδύνατη την ανταπόκριση σε προσκλήσεις, οπότε επαναλαμβάνω ότι μένω μακριά από συναθροίσεις, με εξαίρεση κηδείες φίλων, που επιτελούνται άλλωστε σε ανοιχτούς χώρους. Όταν δεν λείπει το ειρωνικό ανάστημα, απαντώντας σε κάποιους προσθέτω πως ευχαρίστως να βρεθώ στην κηδεία τους ή, αν προτιμούν, εκείνοι στη δική μου.
Το τι ακούγεται ή δεν λέγεται σε μια κηδεία αποτελεί ερώτημα από αρχαιοτάτων χρόνων. Ως την πιο περήφανη στιγμή της ζωής του είχε χαρακτηρίσει ο Τομ Σόγιερ το να ακούει τους ολολυγμούς όσων τον θρηνούσαν, όταν από λάθος θεωρήθηκε πως είχε πεθάνει. «Οι αναφορές στον θάνατό μου είναι υπερβολικά διογκωμένες» αποτελεί αναδιατύπωση του τι δεν είπε ακριβώς έτσι ο Μαρκ Τουέιν, όταν τον πέρασαν για ξάδελφό του άρρωστο στην Ευρώπη και νόμισαν ότι απεβίωσε.
Με τον νεκρό αδελφό του έχοντας μπερδέψει τον δημιουργό της νιτρογλυκερίνης, ο Άλφρεντ Νομπέλ διάβασε σε νεκρολογία για τον ίδιο ότι έγινε πλούσιος βρίσκοντας τρόπους να σκοτώνει περισσότερους ανθρώπους γρηγορότερα. Ορισμένοι συνδέουν την εμπειρία αυτή με το εγχείρημα υστεροφημίας που αντιπροσωπεύει το Βραβείο Νομπέλ. Τη διαθήκη αμφισβήτησε η οικογένειά του, ενώ η υπόθεση παραμένει ένα από τα πρώτα μαθήματα κληρονομικού δικαίου στη Σουηδία.
Εκρηκτικός αποδείχθηκε και ένας εξηντάχρονος ceremonista, όπως ονομάζονται στη Βραζιλία οι σκηνοθέτες κηδειών, μετά από τελετή που είχε διοργανώσει, στην οποία εμφανίστηκαν μόνο δύο άτομα να αποχαιρετήσουν τον νεκρό. Τι θα συνέβαινε στη δική του κηδεία; Τι θα έλεγαν για εκείνον; Τον κυρίευσε η περιέργεια και αποφάσισε να το αποτολμήσει πριν ολοκληρωθεί το κρίσιμο και για άλλους έτος 2022.
Doppelgänger (λέξη που υιοθέτησε ο Γερμανός μυθιστοριογράφος Ζαν Πολ) ή προσομοίωση του Καβάφη θεωρείται ο Βαλτάσαρ, το όνομα του οποίου φέρει το δεύτερο βιβλίο του Αλεξανδρινού κουαρτέτου του Λόρενς Ντάρελ. Έτσι λέγεται και ο εν λόγω τελετάρχης, ο περιώνυμος πλέον Μπαλταζάρ Λαιμός (Baltazar Lemos), που στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης έκανε ανάρτηση φωτογραφίας του έξω από νοσοκομείο του Σάο Πάολο. Την επομένη ανακοίνωσε τον θάνατό του. Κάποια στιγμή έφτασε η ώρα για το μνημόσυνο. Εκεί εμφανίστηκε ο νεκρός.
«Τα πράγματα δεν εξελίχθηκαν όπως φανταζόταν. Ήμουν λυπημένος τη μια μέρα, αγανακτισμένος την άλλη», είπε ένας φίλος του που δεν θέλει να τον ξαναδεί. Να πάει να κόψει τον λαιμό του, θα του έλεγαν αν ήταν Έλληνες. Η αγανάκτηση για την εξαπάτηση κυρίευσε τους λυπημένους.
Κανείς νεκρός δεν μπορεί να διορθώσει τη ζωή. Ούτε ο ψευδώς νεκρός τη δική του. Ένα άτομο που υποκρίνεται ότι έχει πεθάνει, ώστε να βρεθεί ζωντανό στην κηδεία του, αδυνατεί να υπερβεί τα όρια της απάτης αυτής. Δεν επαληθεύονται περί του αντιθέτου υποσχέσεις που υπαινίσσονται ιστορίες, όπως η επιστροφή του Οδυσσέα ή του κόμη Μόντε Κρίστο και η επίσκεψη της γηραιάς κυρίας.
Οι καλοί πεθαίνουν πρώτοι, έλεγε ο Ουίλιαμ Γουέρντσγουερθ. Ήταν ρομαντικός. Άραγε πρέπει να είναι κανείς κακός, αν θέλει να ζήσει παραπάνω; Η ιδέα της ανυπαρξίας δύσκολα συμβιβάζεται με τη ζωή, όσο και αν προσπαθούν κήρυκες του ανυπαρξισμού, όπως ο Ιωάννης-Ανδρέας Ζεμενός.
Μήπως να πουν ό,τι έχουν να πουν πριν πεθάνεις; Μήπως το ότι ο νεκρός δεδικαίωται σημαίνει πως ο ζωντανός δεν δικαιώνεται ποτέ; Φρόντισε να πεθάνεις, αν θέλεις να λένε μόνο καλά λόγια για εσένα. Τι φενάκη και αυτή, ορισμένοι να θέλουν να ορίσουν επακριβώς τις συνιστώσες της κηδείας τους. Τι σημασία έχει τι ακολουθεί; Ή, μάλλον, για ποιον έχει σημασία; Όχι για τον νεκρό. Εκτρέφει μια καλή κηδεία οτιδήποτε άλλο εκτός από τη ματαιοδοξία των φίλων του; Επιπλέον, κυριαρχεί μια τοπολογική αντίληψη πως όσοι δεν ζουν θα βρίσκονται αλλού. Όμως όχι κάπου αλλού, αλλά κάπου άλλοτε βρίσκονται οι νεκροί. Μήπως μόνον οι ζωντανοί μπορούν να γίνουν φαντάσματα;
Κηδείες & ταφή
Τα τέσσερα προσωκρατικά στοιχεία (νερό, φωτιά, χώμα, αέρας) εναλλακτικά συνιστούν υπόστρωμα και περιβάλλον ταφής ή διαχείρισης του σώματος του νεκρού, που δεν περιορίζεται όμως μόνο σε αυτές τις εκδοχές, αφού η μουμιοποίηση, φερ’ ειπείν, και συναφείς τεχνικές επιτρέπουν τη διατήρηση του σώματος ως τρόπαιου της ζωής έναντι του θανάτου ή αντιστρόφως.
Οι απόψεις διίστανται για το αν μορφή ταφής πρέπει να θεωρηθεί και η συντήρηση του σώματος –μετά τη διαπίστωση κλινικού (και νομικού) θανάτου– σε τεχνητές συνθήκες ακραίου ψύχους (στους μείον 196 βαθμούς Κελσίου συνήθως), διαδικασία που πρώτη φορά υλοποιήθηκε το 1967. Η κρυογονική μέθοδος είναι δημοφιλής μεταξύ πολύ πλουσίων, που ευελπιστούν για αναζωογόνησή τους με την εξέλιξη της ιατρικής στο μέλλον. Τι να τα κάνεις τα λεφτά, αν δεν κερδίζουν την αθανασία, θα σκέφτονται, αντιθέτως προς τον Ζαν ντε Λα Μπριγιέρ, που προέβλεπε ότι «αν κάποιοι πέθαιναν και κάποιοι δεν πέθαιναν, ο θάνατος θα αποτελούσε τρομερή οδύνη», ενώ ο πολυμαθής Τόμας Μπράουν είχε συμπεράνει ότι «ο θάνατος συνιστά θεραπεία για όλες τις ασθένειες».
Για όσους ανησυχούν ότι ο Μπορίς Βιάν ή κάποιος άλλος θα θέλει να φτύσει στους τάφους τους, προτιμότερη φαίνεται η καταβύθιση του πτώματος σε σώματα υδάτων, όπως οι ποταμοί και ιδίως η θάλασσα, όπου υπόγεια ρεύματα αναλαμβάνουν την πορεία που ακολουθεί, ώστε χωρίς κεραία στο σάβανο καμία συσκευή να μην εντοπίζει προς τα πού εκ των λοιπών διέφυγε ο εκλιπών. Στον Φύλακα στη σίκαλη του Σάλιντζερ εκφράζεται ευχή, αν κάποιος πεθάνει, να ρίξουν σε ποτάμι το πτώμα του ή οπουδήποτε αλλού, εκτός από το να το χώσουν σε κοιμητήριο, όπου κόσμος θα βάζει λουλούδια στο στομάχι του την Κυριακή. Αλλά ποιος θέλει λουλούδια όταν είναι νεκρός; «Οι νεκροί δέχονται περισσότερα λουλούδια από τους ζωντανούς, γιατί οι τύψεις είναι ισχυρότερες από την ευγνωμοσύνη», είχε παρατηρήσει η Άννα Φρανκ.
Μερικές φορές στη θάλασσα, μετά την καύση του νεκρού, ρίχνουν τις στάχτες, αν και επιδέξιος κοσμηματοποιός θα μπορούσε να τις είχε μετατρέψει σε συνθετικό πολύτιμο ή ολιγότιμο λίθο. Σημαντική διείσδυση σε Δυτικές κοινωνίες εμφανίζει η αποτέφρωση, που συνδέεται με ινδουιστικές και άλλες παραδόσεις. Η καύση των νεκρών δεν προσβάλλει το δόγμα της αναστάσεως, αλλά ενδεχομένως το ήθος του. Χριστιανοί που καταδικάζονταν σε διά πυράς θάνατο δεν τον απέφευγαν. Χαρακτηριστική είναι η ευχή του αγίου Ιγνατίου του Θεοφόρου: «Πῦρ καὶ σταυρός, θηρίων τε συστάσεις, ἀνατομαί, διαιρέσεις, σκορπισμοὶ ὀστέων, συγκοπή μελῶν, ἀλεσμοὶ ὅλου τοῦ σώματος … ἐπ’ ἐμὲ ἐρχέσθωσαν …».
Σε σπηλιές στην Ευρώπη και στη Μέση Ανατολή έχουν βρεθεί σκελετοί Νεάντερταλ με ένα στρώμα γύρης πάνω τους, που κάποιοι ερμηνεύουν ως θρησκευτικού χαρακτήρα ενδείξεις σεβασμού κατά την ταφή των νεκρών, ενώ άλλοι αναζητούν μονοπάτια που ακολούθησαν τρωκτικά μεταφέροντας τη γύρη. Γύρω από έναν μάλλον σταθερό πυρήνα, έθιμα ταφής στη γη πήραν πολλές μορφές. Μόνον για πτώματα που μεταφέρουν μεταδοτικές ασθένειες συμβουλεύει ως απαραίτητο τον ενταφιασμό ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας.
Η ταφή ίσως δεν περιορίζεται στο ανθρώπινο είδος. Χιμπατζήδες και ελέφαντες έχει παρατηρηθεί να ρίχνουν φύλλα και κλαδιά πάνω από πτώματα μελών της οικογένειάς τους, ενώ αυτό έκανε και ένας ελέφαντας, που είχε συνθλίψει μια μητέρα και το παιδί της, πριν εξαφανιστεί στη ζούγκλα. Είναι γνωστό ότι οι σκύλοι σκάβουν και θάβουν την τροφή τους, αλλά υπάρχει βίντεο σκύλου που σπρώχνει άμμο με τη μουσούδα του πάνω από νεκρό κουτάβι. Δεν αποκλείεται φαινόμενα ταφής επίσης να καταγράφονται σε κοινωνικά έντομα, όπως οι τερμίτες.
Προσομοιώνοντας τον προσανατολισμό των εκκλησιών, «όπως η αστραπή βγαίνει από ανατολάς και φαίνεται μέχρι δυσμάς», ανατολή-δύση ήταν η κατεύθυνση του σώματος σε παλαιοχριστιανικούς τάφους, διευκολύνοντας άμεση θέαση κατά τη Δευτέρα Παρουσία, ενώ ιερείς θάβονταν με αντίστροφη φορά, ώστε χωρίς περιστροφές να μπορούν να απευθυνθούν στο ποίμνιό τους.
Σε ορισμένες περιπτώσεις, άτομα που είχαν αυτοκτονήσει και δολοφόνοι θάβονταν ανάποδα, με το κεφάλι προς τα κάτω. Σύμφωνα με πληροφορίες από Τα ταξίδια του Γκιούλιβερ, έτσι έθαβαν τους νεκρούς και οι Λιλιπούτειοι, «γιατί έχουν την άποψη ότι σε έντεκα χιλιάδες φεγγάρια πάλι όλοι θα αναστηθούν, ενώ στο διάστημα αυτό η γη (την οποία αντιλαμβάνονται ως επίπεδη) θα έχει αναποδογυρίσει και με αυτόν τον τρόπο θα βρεθούν, κατά την ανάστασή τους, έτοιμοι και όρθιοι στα πόδια τους. Οι σοφοί ανάμεσά τους ομολογούν τον παραλογισμό του εν λόγω δόγματος, αλλά το έθιμο συνεχίζεται σε συμμόρφωση προς τους χυδαίους».
Εκτός από συγγραφέας που σατίρισε την αθανασία, ο Τζόναθαν Σουίφτ υπήρξε Κοσμήτορας του Καθεδρικού του Αγίου Πατρικίου στο Δουβλίνο. Ένα από τα αποφθέγματά του ήταν ότι «είναι αδύνατον για κάτι τόσο φυσικό, τόσο αναγκαίο και τόσο οικουμενικό όσο ο θάνατος να έχει ποτέ σχεδιαστεί από την πρόνοια ως κάτι κακό για την ανθρωπότητα».
Μετά το νερό, τη φωτιά και το χώμα, μένει ο αέρας. Πρόκειται για την «ταφή στον ουρανό», όπως ονομάζεται στο Θιβέτ, σε υψόμετρο όπου δεν υπάρχουν δέντρα ως καύσιμη ύλη για αποτέφρωση, ενώ το σώμα δεν μπορεί να ταφεί σε χώμα λίγων εκατοστών πάνω από βράχο ή μόνιμο παγετό. Μεταφέρεται τελετουργικά τεμαχισμένο σε κορυφή του βουνού, όπου αναλαμβάνουν τα στοιχεία της φύσης και οι γύπες. Το έθιμο περιγράφεται στη Βίβλο των νεκρών, εγχειρίδιο Θιβετιανού Βουδισμού του 12ου αιώνα. Για είκοσι χρόνια από την περίοδο της Πολιτιστικής Επανάστασης στην Κίνα η «ταφή στον ουρανό» είχε απαγορευτεί. Όταν πάλι επετράπη, υπήρχαν λιγότερα όρνια, ενώ είναι ακριβό έθιμο, καθώς η παράδοση απαιτεί να αφεθεί ελεύθερο το γιακ που μετέφερε τη σορό. Και οι Ζωροάστρες άφηναν τους νεκρούς σε Πύργους Σιωπής στη διάθεση των αρπακτικών πουλιών, ενώ στις Φιλιππίνες σε βουνοκορφές κρεμούσαν φέρετρα.
Από τη διατήρηση έως την καταστροφή του σώματος, κάποτε με τη χρήση οξέων, κηδείες και έθιμα ταφής καλύπτουν ένα ευρύ φάσμα, που περιλαμβάνει κανιβαλισμό, όπου καταναλώνοντας τις σάρκες του η δύναμη του νεκρού πνευματικά επιστρέφει στην οικογένεια και τη φυλή του, όταν δεν πρόκειται για την τελετουργική εξόντωση κάποιου αντιπάλου. Οι Γιανομάμι στον Αμαζόνιο έκαιγαν τους νεκρούς και έτρωγαν τις στάχτες αναμεμιγμένες με φύραμα από μπανάνες.
Εν τω μεταξύ, σε αναζήτηση οικολογικά πιο φιλικών διαδικασιών, που θα εκλύουν στο περιβάλλον λιγότερες τοξίνες από όσες η καύση ή ο ενταφιασμός, η Lee Jae-rhim έχει προτείνει την Ταφική Στολή του Απείρου, μια φόρμα όπου μπαίνει η σορός. Στο περίβλημα έχει σπόρους από μανιτάρια, που καθώς αναπτύσσονται αναλαμβάνουν την αποσύνθεση του σώματος. Η εν λόγω καλλιτέχνις από τη Νότια Κορέα έχει αναπτύξει δικό της είδος μανιτάρια. Τα τάιζε με τα μαλλιά, το δέρμα και τα νύχια της.
Θα μεγαλώσουν μαζί, είπε, κρατώντας στο ένα χέρι τη νεογέννητη κόρη τους και στο άλλο το κοριτσάκι του αδελφού της γυναίκας του, που με τη σύζυγό του και τα τέσσερα παιδιά τους σκοτώθηκαν, όταν το σπίτι τους κατέρρευσε από τον σεισμό στην πόλη Γίνδαρος (Τζιντίρες) στη βορειοδυτική Συρία. Η συγγένεια επιβεβαιώθηκε με τεστ DNA. Το όνομα Αφρά της μαμάς της θα δώσουν στο κοριτσάκι, που συνδεόταν με ομφάλιο λώρο με τη μητέρα της, όταν ανασύρθηκε από τα ερείπια από τους διασώστες, που την ονόμασαν Άγια (Aya), δηλαδή Θαύμα στα αραβικά.
Τελευταία λόγια
«Δεν φοβάμαι να πεθάνω. Απλώς δεν θέλω να είμαι εκεί όταν συμβεί», έχει διευκρινίσει ο Γούντι Άλεν. Μια σύνοψη της ζωής του βλέπει, λένε, ένα άτομο τη στιγμή που πεθαίνει. Δεν υπάρχουν μαρτυρίες νηπίων αν κάποια σύνοψη θανάτων απεικονίζεται τη στιγμή της έκλυσης από το αμνιακό υγρό, που σε μεγάλο βαθμό αποτελείται από ούρα, όπου κολυμπούν τα μωρά, πριν σπάσουν τα νερά και γεννηθούν. Θα μπορούσα να πεθάνω για εσένα, λένε οι ερωτευμένοι. Αλλά θα μπορούσαν να ζήσουν μαζί;
«Από όλους τους τρόπους να χάσεις κάποιον, ο θάνατος είναι ο πιο ευγενικός», παρατήρησε ο Έμερσον. «Η ζωή είναι ευχάριστη. Ο θάνατος είναι ειρηνικός. Η μετάβαση είναι ενοχλητική», έλεγε ο Ισαάκ Ασίμοφ. «Εγώ είμαι εκείνος που πρέπει να πεθάνει, όταν έρθει η ώρα να πεθάνω, οπότε αφήστε με να ζήσω τη ζωή μου με τον τρόπο που θέλω», είχε πει ο Τζίμι Χέντριξ. «Καλύτερα νεκρός, παρά να τραγουδώ το “Satisfaction” όταν είμαι 45», είχε εξομολογηθεί ο Μικ Τζάγκερ. «Ο θάνατος θα είναι μεγάλη ανακούφιση. Όχι άλλες συνεντεύξεις», πρόσθεσε η Κάθριν Χέπμπορν. «Ο θάνατος είναι ό,τι πιο αμήχανο μπορεί να σου συμβεί, γιατί κάποιος άλλος χρειάζεται να ασχοληθεί με όλες τις λεπτομέρειες», είχε διαπιστώσει ο Άντι Γουόρχολ. «Το νόημα της ζωής είναι ότι σταματά», σημειώνει ο Κάφκα. «Θα ζήσω μέχρι να πεθάνω», ήταν βέβαιος ο Φρανκ Σινάτρα.
Δεν είναι πάντοτε επιβεβαιωμένο ότι έτσι ακριβώς τα είπαν αντιμιλώντας στον θάνατο ή ότι είπαν οτιδήποτε. «Αν ζεις κάθε μέρα λες και ήταν η τελευταία σου, κάποια μέρα αυτό ασφαλώς θα αποδειχθεί σωστό», είχε προειδοποιήσει ο Στιβ Τζομπς, ενώ σε οικογενειακές παραδόσεις παρέπεμπε Αμερικανός κωμικός λέγοντας: «Όταν πεθάνω, θέλω να φύγω ειρηνικά, όπως έφυγε ο παππούς μου – πέφτοντας αναίσθητος ξαφνικά. Όχι στριγγλίζοντας, όπως οι επιβάτες στο αυτοκίνητό του». Ο θάνατος, επέμενε ο δάσκαλος του Νέρωνα Σενέκας ο Νεότερος, αποτελεί τιμωρία για μερικούς, δώρο για άλλους και εύνοια για πολλούς. «Πεθαίνω πέρα από τις δυνατότητές μου», διαμαρτυρόταν ο Όσκαρ Ουάιλντ.
«Θα έπρεπε να κλαίμε για τους ανθρώπους όταν γεννιούνται, όχι όταν πεθαίνουν». Ήταν σαφής ο Μοντεσκιέ, σε σχέση με τη διάκριση εξουσιών. «Αν τίποτε δεν μας σώζει από τον θάνατο, ας μας σώσει η αγάπη τουλάχιστον από τη ζωή», είχε πει ο Πάμπλο Νερούδα, που αναψηλάφηση στοιχείων συνδέει τον θάνατό του με δηλητηρίαση από το πραξικοπηματικό καθεστώς στη Χιλή. «Η πραγματική ερώτηση δεν είναι αν υπάρχει ζωή μετά τον θάνατο. Η πραγματική ερώτηση είναι αν είσαι ζωντανός πριν από τον θάνατο», αντέτεινε ο γκουρού Όσο. «Ο θάνατος είναι η επικύρωση όσων μπορεί να πει ο αφηγητής. Έχει δανειστεί την αυθεντία του από τον θάνατο», προτείνει ο Βάλτερ Μπένγιαμιν.
Αν έχεις αφιερώσει τη ζωή σου στις λέξεις, καλό είναι κάτι να έχεις να πεις φεύγοντας. «Πάντοτε να διαβάζετε κάτι που θα δίνει καλή εικόνα για εσάς, αν πεθάνετε στη μέση», συμβούλευε ο Π. Τζ. Ο’ Ρουρκ.
«Πεθαίνω … παρακαλώ, φέρτε μου μία οδοντογλυφίδα» (Αλφρέ Ζαρί)
«Έχω πολύ καιρό να πιώ σαμπάνια» (Άντον Τσέχοφ)
«Αντιθέτως» (Χένρικ Ίψεν)
«Αλλά οι χωρικοί … πώς πεθαίνουν οι χωρικοί;» (Λέων Τολστόι)
«Περισσότερο φως» (Γιόχαν Βόλφγκανγκ φον Γκέτε)
«Καλέ μου άνθρωπε, δεν είναι η στιγμή για να κάνει κάποιος εχθρούς» (Βολτέρος, σε ιερέα που τον πίεζε να αποτάξει τον Σατανά)
«Σε λίγο θα κάνω το τελευταίο μου ταξίδι, ένα μεγάλο άλμα στο σκοτάδι» (Τόμας Χομπς)
«Αντίο. Αν συναντηθούμε …» (Μαρκ Τουέιν, στην κόρη του Κλάρα)
«Μη με ρωτάτε πώς είμαι. Δεν καταλαβαίνω τίποτε πια» (Χανς Κρίστιαν Άντερσεν)
«Κανείς δεν καταλαβαίνει;» (Τζέιμς Τζόις)
«Στο έδαφος» (Τσαρλς Ντίκενς, ζητώντας να τον αποθέσουν κάτω μετά από εγκεφαλικό έξω από το σπίτι του)
«Φύγετε. Είμαι καλά» (Χ. Τζ. Ουέλς)
«Ήπια 18 ουίσκι σκέτα … Νομίζω πρόκειται για ρεκόρ» (Ντίλαν Τόμας)
«Ο θάνατος είναι εύκολος, η κωμωδία είναι δύσκολη» (Τζορτζ Μπέρναρντ Σο)
Οι περισσότεροι νιώθουν άσχημα ή έστω μια αμηχανία μιλώντας για τον θάνατο. Αυτό φάνηκε όταν πρότεινα την έκδοση από έναν σύλλογο τόμου, στον οποίο κάθε εν ζωή μέλος θα έγραφε τη δική του νεκρολογία. Στον σύλλογο υπήρχαν πολλοί σεφ, οπότε ήταν δύσκολο να πιστέψουν ότι όλες οι συνταγές είναι μακάβριες, αφού τα υλικά περιλαμβάνουν κομμάτια από πτώματα ζώων και φυτών. Όπως και αν έχουν τα πράγματα, οι συγγραφείς που έγιναν διάσημοι μετά τον θάνατό τους είναι λιγότεροι από συγγραφείς διάσημους στην εποχή τους που ξεχάστηκαν όταν πέθαναν.
ΣΧΕΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ
Αppαισιοδοξία / Γιώργος Χουλιάρας - Χάρτης (hartismag.gr)
Για το νέο έτος / Γιώργος Χουλιάρας - Χάρτης (hartismag.gr)
Γιώργος Χουλιάρας, «Θα ήθελα να μην υπήρχα» στον τόμο (2015)
ΙΩΑΝΝΗΣ ΖΕΜΕΝΟΣ - Εκδόσεις Αίολος (aiolosbooks.gr)
Περί πλάνης; / Γιώργος Χουλιάρας - Χάρτης (hartismag.gr)