Χάρτης 50 - ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ 2023
https://www.hartismag.gr/hartis-50/diereynhseis/diprosopi-anaghnosi
Σε
κάθε τεύχος, ο Σάββας Παπαδόπουλος (ετών 19) και ο Γιώργος-Ίκαρος
Μπαμπασάκης (ετών 62) επιλέγουν, αναγιγνώσκουν και διατυπώνουν ο καθένας
την προσωπική του απόκριση στα ίδια βιβλία. Άλλοτε ένα, άλλοτε δύο,
άλλοτε περισσότερα. Άλλοτε ακούγοντας Βάγκνερ, άλλοτε ακούγοντας Μπαχ.
Άλλοτε θύοντας στην αισθητική της σιωπής και στα μπλουζ της νικοτίνης.
Καθρεφτίζουν με τρόπο φυσικό άγνωστες καταστάσεις, βασίζονται αισθητά στην προσωπική αντίληψη και ευτυχώς δεν αρκούνται σε ασύνδετα αποσπάσματα της πραγματικότητας, παρά βάζουν το εδώ και το εκεί βιωμέμένο στον κοινό παρονομαστή ενός μύθου, ο οποίος οδηγεί αβίαστα στον υπόγειο λαβύρινθο της μεγαλούπολης.
ΖΙΓΚΦΡΙΝΤ ΚΡΑΚΑΟΥΕΡ
Σύμφωνα με έρευνες της εποχής, στο Βερολίνο του Μεσοπολέμου ζούσαν περίπου 50.000 άνεργοι και άστεγοι νέοι. Οι περισσότεροι από αυτούς είχαν χάσει τις οικογένειες τους στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, άλλοι είχαν ξεφύγει από ορφανοτροφεία και αναμορφωτήρια ενώ πολλοί ήταν και δραπέτες φυλακών.
Παράλληλα η ανεργία κάλπαζε, οι άστεγοι αυξάνονταν και πληθύνονταν, η εγκληματικότητα ήταν στα κόκκινα, η πολιτική κατάσταση της χώρας σε αδιέξοδο, ο ναζισμός εξαπλωνόταν σαν πανδημία και η χώρα βυθιζόταν μέσα στα υπέρογκα χρέη της.
Μέσα σε αυτόν τον όλεθρο, ξεπροβάλλει ένα αστικό μορφωτικό μυθιστόρημα από έναν άδοξο συγγραφέα που ανακαλύψαμε πρόσφατα, καθώς οι ναζί φρόντισαν να εξαφανίσουν όλα τα γραπτά του (ενδεχομένως και τον ίδιο) από προσώπου γης, τον Ernst Haffner.
Το καθόλου τυχαίο κοινωνιολογικό κολάζ του βιβλίου ανοίγει τον δρόμο για μια ρεαλιστική ματιά στην πραγματικότητα του σκοτεινού μεσοπολεμικού Βερολίνου. Το 1933 το μυθιστόρημα μπαίνει στην λίστα των απαγορευμένων βιβλίων, αν και ο Haffner δεν κάνει καμία αναφορά στους ναζί.
Το γεγονός αυτό ανοίγει μια βαθύτερη παράμετρο στήν ερμηνεία του κειμένου, αν λάβουμε υπόψη ότι τα Σταυραδερφια, οι πολύ νεαροί ήρωες του βιβλίου που συγκροτούν μιαν αυτοσχέδια συμμορία, προτιμούν να πεθάνουν από την πείνα αντί να βοηθηθούν από το κράτος.
Πρόκειται για μια ωμή και άγρια (καθαρά κοινωνιολογική) αφήγηση μακριά από την «σουλουπωμένη» λογοτεχνία που γνωρίζουμε, μια σύντομη και κόφτη σονάτα, μιαν ανεπιτήδευτη και ακατέργαστη ματιά στον πυρήνα του Βερολίνου, στις μπιραρίες του υποκόσμου, στο μεδούλι της Αλεξαντερπλατς και σε μια ιστορική περίοδο που σημάδεψε και βούλιαξε στο αίμα ολόκληρη την Ευρώπη.
Σάββας Παπαδόπουλος
Κυψέλη, 26.1.2023
Αν κατάφερναν να το σκάσουν, προσλαμβάνονταν ως ημερομίσθιοι και βοηθοί, συχνά όμως κατέληγαν στην εγκληματικότητα ή την πορνεία. Ασφάλεια και κοινωνική θαλπωρή έβρισκαν στις αυτοοργανωμένες συμμορίες.
ΠΕΤΕΡ ΓΚΡΑΦ
α. Είναι ο Λούντβιχ, είναι ο Τζόνι, είναι ο Βάλτερ, είναι ο Έρβιν, είναι Χάιντς, είναι ο Φρεντ — είναι τα Σταυραδέρφια, μια συμμορία αγοριών που ο Μεσοπόλεμος τα έχει ωθήσει στο περιθώριο της κοινωνικής ζωής, τα έχει υποχρεώσει να προβαίνουν σε μικροαπατεωνίες, μικροκομπίνες, μικροματσαράγκες προκειμένου να υπάρχουν, να τρώνε, να πίνουν, ακόμα και να στήνουν τα μικρά τους ξεφαντώματα.
β. Είναι ο Ερνστ Χάφνερ [Ernst Haffner]. Δεν γνωρίζουμε πότε και πού γεννήθηκε, δεν γνωρίζουμε πότε και πώς πέθανε, δεν γνωρίζουμε παρά μόνο το ότι ήταν κοινωνικός λειτουργός και συγγραφέας, ότι έζησε στο Βερολίνο ανάμεσα στα 1925 και 1933, ότι έγραψε και εξέδωσε, το 1932 το ντοκιμαντέρ μυθιστόρημα Σταυραδέρφια [Blutsbrüder], το οποίο εγkωμιάστηκε από τον Μπρούνο Κασίρερ και τον Ζίγκφριντ Κρακάουερ, ότι το 1933 οι ναζί έστειλαν το βιβλίο στην πυρά, ότι τα γραπτά του όλα εξαφανίστηκαν, όπως και ο ίδιος.
γ. Είναι ο μικρόκοσμος των φτηνοφαγάδων, είναι τα απορρίμματα της ζωής, είναι οι πιτσιρικάδες που πασχίζουν να διατηρήσουν τόσο την ύπαρξή τους όσο και μιαν αγέρωχη αξιοπρέπεια, επινοώντας αυτοσχέδιους κώδικες τιμής, χειροποίητες ηθικές αρχές. Είναι οι σιδερογροθιές και οι σουγιάδες. Είναι κάπου εκεί και ο Ούλι, ο αρχηγός της συμμορίας Εφτά Μπαστούνι, «ένας στρατηγός χωρίς στρατό». Είναι η Αννελίζε, είναι η Έλι, είναι η Όλγα, είναι και τα υποσιτισμένα κορίτσια που στρέφονται στην ελεεινή πορνεία, είναι και τα αγόρια που γίνονται πορτοφολάδες. Είναι τα πρώτα θύματα της επελαύνουσας φρίκης του ναζισμού. Είναι τα ανίψια του Φραντς Μπίμπερκοπφ απ᾽ το Βερολίνο Αλεξάντερπλατς του Άλφρεντ Ντέμπλιν. Είναι οι λαθραίοι ένοικοι στις χαμοκέλες της καθημαγμένης μεγαλούπολης. Είναι η ζωή που οιμώζει.
δ. Είναι η κοινωνιολογική ακρίβεια στη γραφή του Χάφνερ, οι λιτές αδρές φράσεις του, οι λυρικές αναλαμπές μέσα στο ζόφο, η σφιχτή διάταξη του υλικού. Είναι η διεισδυτική ματιά του, ένας φακός τσέπης που ανάβει στο σκότος. Είναι αυτή η παράγραφος: «Οι προαγωγοί, με όλη τη χυδαιότητα του επαγγέλματος, υπάρχουν παντού. Μόνο στην Αλεξάντερπλατς είναι καμιά εκατοστή. Τους ανήκει ο δρόμος, τους ανήκουν τα κορίτσια που κάνουν πεζοδρόμιο. Κολλάνε στους πελάτες σαν βδέλλες· ναι, παρασύρουν όσους δείχνουν συγκρατημένο ενδιαφέρον εκθειάζοντας τα προσόντα των κοριτσιών. Διαλαλούν και τιμολογούν τους ανθρώπους σαν παλιάλογα στο ζωοπάζαρο» (σ. 162). Είναι και αυτή: «Αγόρια, άντρες, και γέροι, είναι κουλουριασμένοι στο πάτωμα και κοιμούνται προσπαθώντας να ξεχάσουν την αθλιότητα της ύπαρξής τους. Αγόρια που μέσα στο ανοιχτό τους στόμα φαίνονται ακόμα οι νεογιλοί. Άντρες που με τα στιβαρά τους χέρια θα μπορούσαν να δούλευαν και να είχαν βρει ένα καλύτερο μέρος για να κοιμηθούν. Γέροι που η θλιβερή αδυναμία τους θα άξιζε ένα καλύτερο μέρος για να κοιμηθούν» (σ. 122).
ε. Είναι η δυναμική απόφανση του Ιζιντόρ Ντυκάς: «Οι κρυμμένες πράξεις είναι οι πιο σεβαστές κι όταν βλέπω τέτοιες μέσα στην Ιστορία μ’ αρέσουν πολύ. Δεν έμειναν ολότελα κρυφές. Έγιναν γνωστές. Αυτό το λίγο μέσα από το οποίο αναδύθηκαν μεγαλώνει την αξία τους. Το ωραιότερο πράγμα είναι που δεν μπόρεσαν να τις κρύψουν». Είναι το γεγονός ότι τελικά το έργο του Ερνστ Χάφνερ Σταυραδέρφια ανασύρθηκε από την αναγκαστική αφάνεια της πυράς όπου το έριξαν οι τραμπούκοι του Χίτλερ. Είναι ο εκδοτικός οίκος του Βερολίνου Metrolit Verlag που το ανακάλυψε και το εξέδωσε το 2013. Είναι ο ακάματος φίλος συγγραφέας Νίκος Κορμουλής που το πρότεινε στις εκδόσεις Αρμός. Είναι η χαλκέντερη μεταφράστρια Γιώτα Λαγουδάκου που το γύρισε σε ανεπίληπτα ελληνικά. Είναι η ελπἰδα που πάντα σιγοκαίει, πάντα θα υπάρχει, πάντα θα υφίσταται και θα ανθίσταται.
Γιώργος-Ίκαρος Μπαμπασάκης
Κυψέλη, 24.1.2023