Χάρτης 12 - ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 2019
https://www.hartismag.gr/hartis-12/klimakes/xoreyontas-me-to-3
«Το Μπάουχαους πολεμά την απομίμηση, την κακή δεξιοτεχνία και τον καλλιτεχνικό ερασιτεχνισμό». Τάδε έφη Βάλτερ Γκρόπιους, ένας από τους πιο επιδραστικούς αρχιτέκτονες του Μεσοπολέμου και «γεννήτορας» της περίφημης αρχιτεκτονικής και καλλιτεχνικής σχολής Μπάουχαους, που εφέτος εορτάζονται τα 100 χρόνια από την ίδρυσή της. Αποτελώντας ένα ζωντανό εργαστήριο ιδεών και πειραματισμών στο πεδίο της τέχνης, της αρχιτεκτονικής, της χειροτεχνίας και του ντιζάιν, η σχολή λειτούργησε από το 1919 μέχρι την άνοδο του Χίτλερ στην εξουσία, αρχικά στη Βαϊμάρη, μετά στο Ντασάου και τέλος στο Βερολίνο.
Κοσμοπολίτικο στο πνεύμα και ανοιχτό στη διεθνή καλλιτεχνική σκηνή, το Μπάουχαους αποτέλεσε μαγνήτη για την ευρωπαϊκή πρωτοπορία του Μεσοπολέμου, συγκεντρώνοντας στους κόλπους του σημαντικά ονόματα όπως ο Λάζλο Μόχολι-Νάγκι, ο Βασίλι Καντίνσκι ή ο Πάουλ Κλέε. Παρά τη σύντομη διάρκεια ζωής (μόλις 14 χρόνια), άφησε το –διαχρονικό– αποτύπωμά του σε πολλούς, διαφορετικούς τομείς: από τα αρχιτεκτονικά θαύματα στην Βραζιλία, μέχρι καρέκλες τραπεζαρίας. Επιπλέον, το Μπάουχαους χρησιμοποίησε την θεατρική του σκηνή ως καμβά, παρουσιάζοντας ένα πρωτοποριακό μυστικιστικό μπαλέτο, που εμπνεύστηκε ο πολυτάλαντος Γερμανός Όσκαρ Σλέμερ (Oskar Schlemmer). Ζωγράφος, γλύπτης, σχεδιαστής, σκηνογράφος και χορογράφος, ο Σλέμερ έγινε γνωστός για τις αφηρημένες εικαστικές συνθέσεις της ανθρώπινης φόρμας, καθώς και για τα μοναδικά κοστούμια για τις χορογραφίες που δημιούργησε.
Ο Βάλτερ Γκρόπιους έλεγε ότι το μυαλό είναι σαν ομπρέλα: Λειτουργεί καλύτερα όταν είναι ανοιχτό. Ακολουθώντας τα λόγια του πρωτομάστορα, ο Όσκαρ Σλέμερ, ως επικεφαλής του σκηνικού εργαστηρίου, έδωσε τεράστια ώθηση στον χορό. Πρώτος αυτός χρησιμοποίησε «καρτουνίστικα» κοστούμια σε μια χορογραφία-ύμνο στη νεωτερικότητα, που έγραψε ιστορία. Το Τριαδικό Μπαλέτο, όπως το ονόμασε, πρωτοπαρουσιάστηκε το 1922, με τον αριθμό 3 να αποτελεί κυρίαρχο συστατικό: Τρεις πράξεις, τρία βασικά χρώματα (ένα για κάθε πράξη) και τρεις χορευτές (δύο άνδρες και μία γυναίκα) σε κάθε μία από τις χορογραφίες που συνέθεταν την παράσταση. Η τριάδα των χορευτών αποτέλεσε τομή σε όσα ίσχυαν μέχρι τότε στο μπαλέτο, που γινόταν με ζεύγη χορευτών. Η μεγαλύτερη ανατροπή, όμως, προήλθε από τα 18 κοστούμια που σχεδίασε ο Όσκαρ Σλέμερ και βασίζονταν σε φόρμες κυλίνδρου, σφαίρας, κώνου και σπείρας. Μια πραγματική επανάσταση, που άλλαξε ριζικά τα σκηνικά, ενδυματολογικά και εικαστικά δεδομένα του χορού.
Το μπαλέτο είχε υποτυπώδη πλοκή, προς χάρη της οπτικής εντύπωσης. Με τις κινήσεις τους, οι χορευτές έμοιαζαν να διερευνούν τις τροποποιημένες σιλουέτες του σώματός τους. Ο ίδιος ο Σλέμερ είχε περιγράψει το Τριαδικό Μπαλέτο ως «καλλιτεχνικά μεταφυσικά μαθηματικά» και ως γιορτή της φόρμας και του χρώματος. «Οι κινήσεις και οι στάσεις της ανθρώπινης φιγούρας», είχε πει, «καθισμένης, ξαπλωμένης, όρθιας, ή περπατώντας, είναι απλές όσο και παγκόσμιες. Κυρίως όμως, είναι ανεξάντλητες». Παρά τις ριζικές καινοτομίες στα κοστούμια και στη σκηνική παρουσίαση, η πλοκή του μπαλέτου βασιζόταν στην παλαιά, δοκιμασμένη συνταγή «αγόρι συναντά κορίτσι». Όπως εύστοχα σημειώνει το περιοδικό BBC World Histories στο επετειακό αφιέρωμά του (τχ. Απριλίου-Μαΐου 2019), είναι αυτός ακριβώς ο συνδυασμός του οικείου με το εντελώς ανανεωτικό που έκανε το Τριαδικό Μπαλέτο πηγή έμπνευσης για τη σύγχρονη ποπ κουλτούρα. Η αισθητική του Όσκαρ Σλέμερ, που κυριαρχείται από γεωμετρικές φόρμες και εντυπωσιακά σκηνικά ταμπλό, υιοθετήθηκε, ενδυματολογικά, από πολλούς ποπ σταρ, όπως ο Ντέιβιντ Μπόουι, η Λέιντι Γκάγκα, ή το συγκρότημα Νιού Όρντερ, ενώ ενέπνευσε και σύγχρονους σχεδιαστές υψηλής ραπτικής, όπως ο Αλεξάντερ Μακ Κουίν και ο Χουσεΐν Σαλαγιάν.
Πίσω, στη δεκαετία του ’20 και στα (ήρεμα ακόμα) χρόνια της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης, το μπαλέτο περιόδευσε σε όλη τη Γερμανία, αποτελώντας πρεσβευτή της αισθητικής του Μπάουχαους. Με την άνοδο των Ναζί, ο Όσκαρ Σλέμερ, όπως και όλο αυτό το καλλιτεχνικό ρεύμα, τέθηκαν υπό διωγμό. Γλυπτά και πίνακες ζωγραφικής του Σλέμερ που βρίσκονταν σε δημόσιους χώρους και σε μουσεία, βανδαλίστηκαν και πετάχτηκαν στα σκουπίδια, ενώ πέντε από αυτά περιλήφθηκαν στην προπαγανδιστική έκθεση «Εκφυλισμένης Τέχνης», που οργανώθηκε στο Μόναχο με προτροπή του Χίτλερ και εγκαινιάστηκε το 1937. Ο Σλέμερ αναγκάστηκε να δουλέψει με ψεύτικη ταυτότητα σε ένα εργοστάσιο στο Βούπερταλ, μέχρι τον άδοξο θάνατό του το 1943. Η «αιρετική» χορογραφία του όμως, επέζησε και δοξάστηκε τα μεταπολεμικά χρόνια, χάρη στους Ναζί, σύμφωνα με τον δημοσιογράφο και συγγραφέα Φρανκ Γουίτφορντ. Στο βιβλίο του για το Μπάουχαους, γράφει χαρακτηριστικά: «Χωρίς τους Ναζί και τον σκληρό διωγμό, πιο λίγοι άνθρωποι θα είχαν σήμερα ακουστά το Μπάουχαους και σχεδόν μετά βεβαιότητας, θα τους φαινόταν λιγότερο σημαντικό. Είναι μια ευχάριστη ειρωνεία».
Το Τριαδικό Μπαλέτο αναβίωσε αρκετές φορές στον 20ό και στον παρόντα αιώνα, με αφορμή διάφορες –εορταστικές και μη– εκδηλώσεις για το Μπάουχαους. Στις παραστάσεις αυτές χρησιμοποιήθηκαν τα πρωτότυπα κοστούμια, που γλίτωσαν από τη λαίλαπα του πολέμου. Ήταν το μόνο υλικό που διασώθηκε, συνδέοντας –ενδυματολογικά– το άλλοτε με το τώρα. Η πρωτότυπη μουσική και η χορογραφία του Σλέμερ, δυστυχώς χάθηκαν. Χάρη στα ημερολόγια και τις επιστολές του, τα οποία εξέδωσε η γυναίκα του το 1972, αρκετοί αναβιωτές του θρυλικού μπαλέτου μπόρεσαν να το παρουσιάσουν στη σύγχρονη σκηνή. Αναφερόμενος στον Όσκαρ Σλέμερ, ο διευθυντής του Ιδρύματος Μπάουχαους, Φίλιπ Όσβαλτ, είπε ότι ίσως δημιούργησε ένα από τα πιο διάσημα οπτικά σύμβολα του αναδυόμενου μοντερνισμού. Ο ίδιος ο Σλέμερ είχε περιγράψει τον βασικό του στόχο: να προσφέρει στους θεατές μια πρωτόγνωρη οπτική εμπειρία. Σε μια σελίδα του ημερολογίου του, έγραψε: «Πρέπει να σέβεσαι και να στέκεσαι με δέος μπροστά σε κάθε πιθανή κίνηση του ανθρώπινου σώματος. Ειδικά όταν βρίσκεται στην σκηνή».