Χάρτης 40 - ΑΠΡΙΛΙΟΣ 2022
https://www.hartismag.gr/hartis-40/afierwma/apo-tin-aineiada-toi-virghilioi-sti-sivilla-toi-sikelianoy-h-epidrasi-tis-latinikis-ghrammateias-sto-theatriko-ergho-toi-sikelianoy
Ο Άγγελος Σικελιανός ήταν ένας από τους περισσότερο αρχαιόφιλους ποιητές μας. Είχε επηρεαστεί τόσο από τους ορφικούς, όσο και από τους προσωκρατικούς φιλοσόφους, τους νεοπλατωνικούς αλλά και από τους πυθαγόρειους. Όπως λέει χαρακτηριστικά η Φράγκου-Κικίλια, ήταν «συστηματικός ερευνητής της φιλοσοφίας, αλλά επίσης και ακάματος μελετητής, στο πρωτότυπο, της αρχαίας ελληνικής γραμματείας».[1]
Η έρευνα έχει ασχοληθεί με τη λειτουργική χρήση τόσο της αρχαιογνωστικής όσο και της μυθολογικής γνώσης του ποιητή. Ωστόσο, υπάρχουν ακόμα στοιχεία που δεν έχουν ερευνηθεί, όπως η σχέση του με τη λατινική γραμματεία ή η στόχευσή του με τη χρήση τέτοιων πηγών στο έργο του. Κατά μια έννοια, ο Σικελιανός ενδιαφέρεται να αποσπάσει το μύθο από τα λογοτεχνικά του συμφραζόμενα, ανάγοντάς τον σε αρχέτυπο. Του αρέσει να αναφέρεται στο παρόν και το κάλεσμά του να φλιτράρεται μέσα από αρχαιοελληνικές, μυθικές και ιστορικές αναφορές.
Σύμφωνα με διήγηση της γυναίκας του, Άννας, ο Σικελιανός έγραψε τη Σίβυλλα
στο Αίγιο μέσα σε τρεις εβδομάδες, παραμονές του ελληνοϊταλικού πολέμου, «περιμένοντας την αναμέτρηση της μικρής Ελληνικής γης με τον όγκο της Ρώμης».[2]
Δούλεψε στη Φτέρη την Εισαγωγή και στις 28 Οκτωβρίου 1940 έτρεξε στο Γραφείο Τύπου για να πάρει άδεια να τη διαβάσει. Το γραφείο Τύπου αρνήθηκε και ο φίλος του Παντελής Πρεβελάκης του παραχώρησε τη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών όπου τη διάβασε στις 2 Νοεμβρίου. Όταν ακούστηκαν οι στίχοι (1649-1650) :
Να 'ρτουν!
τους καρτερούμε.[3]
ο κόσμος ξέσπασε σε χειροκροτήματα. Την ξαναδιάβασε στις 12 Οκτωβρίου σε φιλικό κύκλο στο σπίτι του Κωνσταντίνου Σπανούδη.
Μπορούμε να εντοπίσουμε ομοιότητες ανάμεσα στην Αινειάδα του Βιργιλίου και τη Σίβυλλα του Σικελιανού, ιδιαίτερα στο πρώτο, το έκτο και το όγδοο βιβλίο του έργου του Βιργιλίου. Το ενδιαφέρον στοιχείο που παρατηρείται στη σύγκριση είναι ότι η φιγούρα της Σίβυλλας εντοπίζεται απ’ αρχής μόνο στο λατινικό κείμενο χωρίς τη διαμεσολάβηση αρχαίας ελληνικής πηγής.
Στο πρώτο βιβλίο της Αινειάδας περιγράφεται η προφητεία του Δία στην Αφροδίτη για το μέλλον του Αινεία. Με αυτήν την προφητεία επίσης διαγράφεται το μέλλον του ρωμαϊκού λαού. Ο Βιργίλιος θέλει να ενισχύσει την αυγούστεια πολιτική και να επαινέσει το έργο του Αυγούστου. Το χωρίο είναι το εξής:
parce metu, Cytherea, manent immota tuorum
Fata tibi; cernes urbem et promissa Lavini
moenia, sublimemque feres ad sidera caeli
Magnanimum Aenean; neque me sententia vertit.
Hic tibi (fabor enim, quando haec te cura remordet,
longius et volvens fatorum arcana movebo)
Bellum ingens geret Italia, populosque feroces
contundet, moresque viris et moenia ponet,
Tertiadum Latio regnantem viderit aestas,
Ternaque transierint Rutulis hiberna subactis.
at puer Ascanius, cui nunc cognomen Iulo
additur,—Ilus erat, dumresstetit Ilia regno,—
Triginta magnos volvendis mensibusorbis
Imperio explebit, regnumque ab sede Lavini
transferet, et longam multa vi muniet Albam.
Hic iam ter centum totos regnabit urannos
gente sub Hectorea, donec regina sacerdos,
Marte gravis, gemina partu dabit Ilia prolem.
Indel upaeful vonutricis tegmine laetus
Romulus excipiet gentem, et Mavortiac ondet
moenia, Romanosque suo de nomine dicet.
Μη φοβάσαι, Κυθέρεια: Η μοίρα των δικών σου παραμένει απαράλλαχτη:
Θα δεις την πόλη του Λαβίνιου και τα τείχη που σου υποσχέθηκα
και θα υψώσεις στα άστρα του ουρανού τον μεγαλόψυχο Αινεία.
Καμία σκέψη δεν έχει αλλάξει την απόφασή μου.
Αυτός, ο γιος σου, (γιατί θα μιλήσω, αφού αυτή η έγνοια σε κατατρώει,
Και θα κινήσω ξεδιπλώνοντας τα μυστικά της μοίρας
Θα κάνει τεράστιο πόλεμο στην Ιταλία και θα συντρίψει άγριους λαούς
Και θα εγκαθιδρύσει νόμους και τείχη για τους άντρες του,
Καθώς θα τον δουν να βασιλεύει στο Λάτιο τρία καλοκαίρια
Και καθώς θα περάσουν τρεις χειμώνες, αφότου θα έχει κατανικήσει τους Ρούτουλους.
Όμως το αγόρι, ο Ασκάνιος, ο οποίος τώρα ονομάζεται Ίουλος
(ήταν Ίουλος όσο υπήρχε ακόμα το βασίλειο στο Ίλιο),
Θα ολοκληρώσει στην εξουσία τριάντα μεγάλους κύκλους των μηνών που γυρίζουν
Και θα μεταφέρει το θρόνο του από τη θέση του στο Λαβίνιο
Και δυνατός στην εξουσία θα οχυρώσει με τείχη την Άλμπα Λόνκγα.[4]
(στ. 223-296).
Στη Σίβυλλα του Σικελιανού, αυτήν την προμαντεία τη δίνει η ίδια η Σίβυλλα πια και όχι ο Δίας. Πρόκειται για μια μαντική προφητεία που δεν αφορά το μέλλον του Αινεία- Αυγούστου, όπως στην Αινειάδα, αλλά το μέλλον του Νέρωνα που, ως άλλος Αινείας, θεωρεί ότι έχει την εξουσία δοσμένη εκ Θεού, αλλά επιθυμεί την έγκριση και του μαντείου των Δελφών. Η Σίβυλλα όμως, που δεν υπακούει σε ανθρώπινους αλλά σε θεϊκούς νόμους, τη δίνει στο φτωχό ξωμάχο και όχι στο Νέρωνα, όπως ο ίδιος θα ήθελε.
Για την ίδια προφητεία η Σίβυλλα αναφέρει χαρακτηριστικά τα εξής:
Στο χώμα
πιάνουν τα χόρτα ρίζα και κρατιώνται.
Κι Εσύ, τη γης ολοζωίς που οργώνεις,
ρίζα στη γης δεν έπιασες! Στου Άδμητου
κατέβη ωστόσο ο Φοίβος τα χωράφια,
δούλος ανάμεσα στους δούλους, κι είπε :
«Τα περασμένα είναι τα περασμένα…
Γη κι ουρανός είν’ ένα. Κι ένας να ΄ναι
εδώ και πέρα ο μόχτος Σας. Σκωθήτε,
πλάσματα νέα, στο νέο π’ αστράφτει Λόγο!
Τι η Γη για Σας να σμίξει με τ’ αστέρια
μπορεί, ως βαθύ χωράφι με χωράφι,
στάχυα να θρέψει κι ο ουρανός…” Δικός σου
θα να 'ναι ο κόσμος κάποτε, ξωμάχε!»
(στίχοι 291-305).[5]
Βλέπουμε στο σημείο αυτό ότι ο Σικελιανός χρησιμοποιεί μεν τη λατινική πηγή, αλλά λειτουργεί με τον ακριβώς αντίθετο τρόπο. Στην Αινειάδα ο Βιργίλιος με την προφητεία προεξοφλεί τη συνέχιση της διακυβέρνησης της Ρώμης από τον Αύγουστο Καίσαρα. Αντίθετα στο Σικελιανό, η προφητεία, που τελικά δεν δίνεται στον αναμενόμενο αποδέκτη (δηλαδή τον Νέρωνα, που θεωρεί ότι είναι ίσος με τον Αύγουστο Καίσαρα και με το Θεό), αλλά στον φτωχό ξωμάχο, είναι η αρχή του τέλους της διακυβέρνησης του Νέρωνα.
Το έκτο βιβλίο της Αινειάδας είναι το βασικότερο βιβλίο του έργου του Βιργιλίου. Ήδη από την αρχή του βιβλίου ο Βιργίλιος προσδιορίζει ότι ο Αινείας, ως άλλος Οδυσσέας, φτάνει στις ακτές της Κύμης Ευβοίας. Εκεί, σύμφωνα με τον μύθο, βρίσκεται μια από τις εισόδους στον Άδη και στο σημείο αυτό συναντά τη Σίβυλλα:
Sic fatur
lacrimans, classique immittit habenas
et tandem Euboicis Cumarum ad labitur oris.
Obventunt pelage prorastum dente tenaci
Ancora fundabat navis et litora curvae
praetex unt puppes. Iuvenum manus emicat ardens
litus in Hesperium, quearit pars semina flammae
abstrusa in venis silicis, pars densa ferarum
tecta rapit silvas inventaquae
flumina monstrat.
at pius Aeneas arces quibus altus Appolo
praesidet horrendae que procul secreta Sibyllae,
antrum immane, petit, magnam cui
mentem animumque
Delius inspirat vates aperit futura.[6]
Έτσι λέει και δακρύζει και χαλαρώνει τα ηνία
και προσορμίζεται στις ακτές της Ευβοϊκής Κύμης.
Οι Τρώες στρέφουν προς το πέλαγος τις πλώρες∙ τότε η άγκυρα στερεώνει τα πλοία και πλησιάζουν την ακτή οι γερμένες πρύμνες.
Μια ομάδα από νέους πηδά, ενώ το πλοίο καίγεται στη δυτική ακτή,
άλλοι αναζητούν πυριτόλιθο στις στάχτες, άλλοι προχωρούν προς τα δάση και αναγγέλλουν ως σημείο άφιξής τους, τους ποταμούς.
Αλλά ο ευσεβής Αινείας, κατευθύνεται προς τα υψώματα, τα οποία προστατεύει ο υψηλός Απόλλων και προς την τεράστια σπηλιά,
το καταφύγιο για μεγάλο χρονικό διάστημα της σεβαστής Σίβυλλας
της οποίας εμπνέει το νου και την καρδιά ο Δήλιος μάντης και της αποκαλύπτει τα μελλούμενα.
(στίχοι 1-12).
Φαίνεται λοιπόν ότι ο Απόλλωνας είναι αυτός που εμφυσά τη μαντική ικανότητα στη Σίβυλλα τόσο στο Σικελιανό όσο και στο Βιργίλιο.
Αναφορά στη Σίβυλλα υπάρχει και σε άλλους στίχους της Αινειάδας, ας δούμε για παράδειγμα, τους ακόλουθους :
Excisum Euboicae latus ingens rupis in antrum,
quo lati ducunt aditus centum, ostia centum,
Unde ruunt totidem voces, response Sibyllae.
ventum erat ad limen, cum virgo ‘poscere fata
tempus’ ait, ‘dues ecce dues!’ cui talia fanti
ante fores subito, non vultus, non color unus,
non comptae mansere comae sed pectus anhelum,
et rabie fera corda tument, maiorque videri
nec mortale
sonans, adflata est numine quando
Iam propiere dei. ‘cesas in vota presque,
Tros ait Aenea? cessas? Neque enim ante dehiscent
attonitae manga ora domus.
Η μεγάλη όψη του ευβοϊκού βράχου σπάει σε μια χαράδρα,
ή οδηγεί σε χίλια στόματα, χίλιες πύλες,
τα οποία φωνάζουν
σαν χίλιες φωνές τις απαντήσεις της Σίβυλλας. Ώρα να ρωτήσω τις αστραπές, το Θεό. Όσο μιλούσε,
μπροστά στις πόρτες, κανένα χρώμα δεν ήταν ίδιο,
ούτε έμεναν στέρεες οι τρέσες που είχε στα μαλλιά της,
το κεφάλι της βαραίνει, η καρδιά της πάλλεται με άγρια δύναμη και είναι ψηλότερη για να κρατηθεί, ούτε η φωνή της έχει πένθιμο τόνο,
αφού τώρα αισθάνεται την ανάσα του Θεού. Φωνάζει:
“Τώρα πρέπει να ορκιστώ και να προσευχηθώ για τον τρωικό Αινεία; Τα στόματα δεν έχουν ακόμα ανοίξει”.[7]
(στ. 42-48)
Η Σίβυλλα, στο σημείο αυτό, βρίσκεται σε κατάσταση προφητικής μανίας, που της εμφύσησε ο θεός Απόλλωνας και την οποία ο Βιργίλιος περιγράφει με τρόπο γλαφυρό. Αναφέρει ότι μπροστά στις πόρτες όπου βρίσκονταν κανένα χρώμα δεν ήταν το ίδιο. Οι τρέσες που είχε στα μαλλιά της έχουν φύγει από τη θέση τους, το κεφάλι της βαραίνει, η καρδιά της πάλλεται με άγρια δύναμη και η φωνή της δεν έχει πένθιμο τόνο, αφού αισθάνεται την ανάσα του Θεού.
Στην ίδια κατάσταση προφητικής μανίας βρίσκεται και η Σίβυλλα του Σικελιανού:
Α!... α!...
Μη μ’ αφήνεις, μη!...
Μην παίρνεις από μέσα μου το φως Σου
και με γιομίζεις όπως το σκοτάδι
γιομίζει έναν τυφλό!...[8]
(στίχοι 1153-1156)
καθώς επίσης και στους στίχους 1203-1233. Τους παραθέτω:
Α!... πώς αστράφτεις μες στη συγνεφιά μου,
πως μου ξεσκείς σα με σπαθιές τα φρένα,
Απόλλωνα, για μια στιγμή να βλέπω,
κι έπειτα πάλι να βυθίζω ακέρια
μες στα σκοτάδια!
Όπου με πας πηγαίνω…
Μα τ’ είν’ εδώ; ... ποιος ποταμός; ... ποιο ρέμα; ...
Λάσπη δεν είναι κ’ αίμα που κυλάει
βουβά ολοένα; ...
Όπου με πας, πηγαίνω!
Από ποιες πύλες μπαινοβγαίνουν έτσι
ποια πλήθη; Είναι γιορτάσι, ή είναι ξόδι;
Να βρέχει δεν αρχίζει; Ακώ στα χέρια
τις στάλες και, σε φέρετρο βαμμένο
πρόσωπο νέο κοιτάζω, που ξεβάφει
από φτιασίδι που γλιστρά ολοένα
στα χλωμιασμένα μάγουλα σα δάκρυο
πηχτό-πηχτό...
Όπου με πας, πηγαίνω! ...
Μα άστραψε ακόμα να διαβώ, τι τρέμω
βαθιά μου!... Κι άλλο ξόδι… Κι άλλο ξόδι! ...
Χλωμή γυναίκα τώρα προσπερνάνε,
και τόση έχει γαλήνη στη θωριά της
π’ ως και το πνεύμα ακόμα γαληνεύει
του ίδιου του φονιά...
Όπου με πας, πηγαίνω!...
Μα αλί, με στρέφεις τώρα, της Μυκήνας
να ιδώ τα ερείπια τάχα, και του Ορέστη
να βρω τ’ αχνάρια, Απόλλωνα, μπροστά μου;
Τι αυτή η κραυγή, λέαινας κι αν είναι ή τίγρης,
φωνή είν’ ακόμα μάνας!... «Χτύπα, χτύπα
μες στην κοιλιά, και να μπει το μαχαίρι
βαθιά κι ώσμε το κόκαλο, να σκίσει
τη μήτρα το πικρό θεριό που εγέννα! [...][9]
(στίχοι 1203- 1233).
Ας επισημάνουμε εδώ ότι στο σημείο αυτό υπάρχει διαμεσολαβημένη πηγή. Πρόκειται για στίχους από την Ηλέκτρα του Σοφοκλή. Τόσο τα «ερείπια των Μυκηνών» όσο και τα «αχνάρια του Ορέστη» παραπέμπουν στην αρχή του αρχαιοελληνικού κειμένου και στους εξής στίχους:
αὕτη δ᾽, Ὀρέστα, τοῦ λυκοκτόνου θεοῦ
ἀγορὰ Λύκειος· οὑξ ἀριστερᾶς δ᾽ ὅδε
Ἥρας ὁ κλεινὸς ναός· οἷ δ᾽ ἱκάνομεν,
φάσκειν Μυκήνας τὰς πολυχρύσους ὁρᾶν,
πολύφθορόν τε δῶμα Πελοπιδῶν τόδε.[10]
(στίχοι 1-5)
Eπίσης ο στίχος «σε φέρετρο βαμμένο πρόσωπο νέο κοιτάζω» θα μπορούσε να παραπέμπει στις Βάκχες του Ευριπίδη και στην ιδιότητα του θεού Διονύσου να ξανανιώνει τους γέρους. Χαρακτηριστικό παράδειγμα ο Κάδμος και ο Τειρεσίας που, αν και ηλικιωμένοι, υπό την επήρεια του θεού σηκώνονται να χορέψουν:
ποῖ δεῖ χορεύειν, ποῖ καθιστάναι πόδα
185 καὶ κρᾶτα σεῖσαι πολιόν; ἐξηγοῦ σύ μοι
γέρων γέροντι, Τειρεσία· σὺ γὰρ σοφός.[11]
Πώς πρέπει να χορέψω, πού να βάλω το πόδι μου
και να σείσω το άσπρο μου κεφάλι;
Εξήγησέ το μου εσύ γέρος σε γέροντα Τειρεσία γιατί εσύ είσαι σοφός.
(στίχοι 184-186)
Στην Αινειάδα του Βιργίλιου στο στίχο 85 η Σίβυλλα ξαναμιλά:
Cerno bella, horida bella,
et Thybrim multo spumantem sanguine cerno.
Non defuerint tibi Simois nec Xanthus ne Dorica castra.
Alius Achilles partusiam Latio,
et ipse natus dea, nec aberitus quam Juno addita Teucris,
cum tu supplex in egenis rebus qua surbes non ora veris!
Causa tanti mali Teucris
Externique iterum thalami.
Tu nec cede malis, sed contra ito
audentior, que te sinet Fortuna tua.
Prima via salus (quod minimereris), pande turbat Graiaurbe.[12]
(στίχοι 85-94)
Διακρίνω πολέμους, φρικώδεις πολέμους
και τον Θρύμβιον να αφρίζει από το πολύ το αίμα.
Δε θα σου λείψουν ο Σιμόεις ούτε ο Ξάνθος ούτε το Δωρικόν στρατόπεδον.
Άλλος Αχιλλεύς εγεννήθη πλέον εις το Λάτιον, και αυτός υιός θεάς∙
δεν θα απουσιάζει από κανένα μέρος η Ήρα μανιωδώς επιτιθέμενη εναντίον των Τρώων,
όταν συ ως ικέτης εις την απορίαν σου ποια έθνη των Ιταλών ή ποιας πόλεις δεν θα παρακαλέσεις!
Αιτία δια το τόσον μέγα κακόν εις τους Τρώας (θα είναι) σύζυγος ξένη και πάλιν ξένοι θάλαμοι.
Συ να μην υποχωρήσεις εις την κακοδαιμονίαν, αλλά αντιθέτως να πορευθείς τολμηρότερος, όπου σου επιτρέπει η τύχη σου.
Η πρώτη οδός της σωτηρίας (πράγμα το οποίον ελάχιστα πιστεύεις) θα σου ανοιχθεί από Ελληνικήν πόλιν.
Η αιτία για όλες αυτές τις συμφορές είναι μια ξένη νύφη. Η Λαβίνια που την επιθύμησε ο Τύρνος αλλά παντρεύτηκε τον Αινεία είναι η δεύτερη Ελένη. Στο σημείο αυτό να σημειώσουμε ότι πρόκειται, ακόμη μια φορά, για διαμεσολαβημένη πηγή του Σικελιανού. Ο Σικελιανός επηρεάζεται όχι μόνο από την Αινειάδα του Βιργιλίου, αλλά και από τον Όμηρο, από τον οποίο έχει ήδη επηρεαστεί ο Βιργίλιος. Άρα ενδεχομένως πρόκειται για τριπλή αρχαιογνωσία του Σικελιανού.
Όσον αφορά το ζήτημα της προφητείας ο Νέρωνας δεν δικαιούται το χρησμό από το μαντείο (εδώ γίνεται μια έμμεση αναφορά στον Ηρακλή που αποφάσισε να ζητήσει συμβουλή από το μαντείο των Δελφών. Ο χρησμός της Πυθίας έλεγε πως για να εξαγνιστεί για το φόνο των παιδιών του, έπρεπε να πάει στο Άργος, να μπει στην υπηρεσία του ξαδελφού του, βασιλιά Ευρυσθέα, για δώδεκα χρόνια και με εντολή του να εκτελέσει τους άθλους που θα του χάριζαν την αθανασία και την είσοδό του στον Όλυμπο).
Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά στους στίχους 309-313 :
«Η προμαντεία,
που τη ζητούσε ο Νέρωνας εδόθη
στης μάνας γης το σκλάβο. Αν θέλει τώρα
κι ο Νέρωνας, σειρά του είναι να πάρει
κι αυτός χρησμό...»[13]
Αντίθετα, στην Αινειάδα του Βιργίλιου ο Αινείας που ζητά από τη Σίβυλλα να του αποκαλύψει την προσωπική του μοίρα, δικαιούται το χρησμό και τον παίρνει. Αναφέρει ότι δεν ζητά αφηρημένο χρησμό, αλλά τη μοίρα του, ότι οι Τεύκροι πρέπει να μείνουν στο Λάτιο με τους θεούς και τις δυνάμεις τους από την Τροία. Τότε θα χτίσει ναό στον Απόλλωνα. Όσον αφορά τη διαμεσολαβημένη γραμματεία που υπάρχει στο χωρίο φαίνεται ότι οι αρχαίες πηγές έχουν επηρεάσει τις μεταγενέστερες λατινικές και στη συνέχεια έχει διαμορφωθεί το νεοελληνικό δράμα του Άγγελου Σικελιανού.
Ιστορικά στοιχεία για το Νέρωνα παρουσιάζονται και στη Σίβυλλα του Σικελιανού με παραλλαγμένο ή έμμεσο τρόπο. Πολλά στοιχεία για τη ζωή του μας παρέχει ο Σουητώνιος στο έργο του Η ζωή των Καισάρων. Τα στοιχεία αυτά ενισχύουν το επιχείρημα της γνώσης της λατινικής γραμματείας από πλευράς του Σικελιανού καθώς παρουσιάζονται κατευθείαν από τη λατινική πηγή, χωρίς την παρεμβολή αρχαίου ελληνικού κειμένου - προτύπου.
Ο Σουητώνιος γράφει ότι ο Νέρωνας «γεννήθηκε κι έζησε τα παιδικά του χρόνια σε ένα κύκλο ακόλαστων, διεφθαρμένων και αδίστακτα εγκληματικών ανθρώπων, που κατείχαν τα ανώτατα αξιώματα στην αυτοκρατορία. Ο ίδιος είναι γόνος της Κλαυδίας Γενεάς, που έδωσε πραγματικά τέρατα διαφθοράς, κυνικότητας και εγκληματικότητας».[14]
Με τον ίδιο τρόπο τον περιγράφει και ο Σικελιανός στη Σίβυλλα και μάλιστα χαρακτηρίζει ως υβριστική τη συμπεριφορά του.
Το μοτίβο ύβρις-άττις-τίσις-κάθαρσις είναι γνωστό από την αρχαία Ελλάδα και το υιοθετεί στο σημείο αυτό και ο Σικελιανός. Παραθέτω:
Και ποιος άλλος
στον κόσμο μέσα λαός, απάνω απ’ όλους,
απ’ των Ελλήνων, τάχα, να το νιώσει
θα να μπορούσε αυτό; Η μια κατόπιν
από την άλλη οι πολιτείες όλες
του παραδίνονται άσωτα. Σε χίλια
κι άλλα οχτακόσια, σήμερα μετριούνται
του τραγουδιού τ’ ατίμητα στεφάνια
που στην Ελλάδα εκέρδισε.[15]
(στίχοι 695-701)
H άττις βρίσκεται στους στίχους που ο Νέρωνας λέει ότι θα εφαρμόσει την τιμωρία του:
Με δίκοπο μαχαίρι θα χωρίσουν
σε λίγο τα κεφάλια από τους ώμους
αυτών, της προμαντείας πόχεις χαρίσει,
Σίβυλλα το προνόμιο!
Και με τούτα
Τα διαλεχτά κεφάλια τους θα κλείσει,
Το στόμιο του Μαντείου, ώσπου να λιώσουν
Και να ‘μπει μέσα η βρώμα τους... Και τ’ άλλα
που θ’ απομείνουνε κορμιά, στους γύπες
Θα να ριχτούνε ολόγυρα.
Ειν’ ο πρώτος
Χρησμός μου ετούτος... μα ακλουθάνε κι άλλοι!
Του Απόλλωνά Σας τώρα είναι τα βέλη
μες στη δική μου τη φαρέτρα.
Ακούτε
το δεύτερο χρησμό:
Τ’ αγάλματα όλα
τα πιο λαμπρά, που στόλιζαν ως τώρα
το Δελφικό Ιερό, θα να κοπούνε
από το χώμα αυτό που τα κρατούσε
σα δέντρα από τη ρίζα τους, κι αμέσως
θα να σταλούν στη Ρώμη.
Ετούτος είναι
ο δεύτερος χρησμός...
Μα έχω και τρίτον
Για Σας, παιδιά μου αγαπητά... Την Κίρρα,
Την ώρ’ αυτή, Σας τη χαρίζω ακέρια
Με τα όσα κλει –φαγιά, κρασιά, γυναίκες–
Να τη γλεντήσετε διάπλατα![16]
(στίχοι 1263- 1286)
Η κάθαρσις βρίσκεται στην εκδίκηση που θα πάρει ο λαός μαζί με τους οσίους στο στίχο 1650:
Να 'ρτουν
τους καρτερούμε... Να 'ρτουν! Να 'ρτουν! Να 'ρτουν![17]
και στους παρακάτω στίχους :
Σκίρτα! Χτύπα!
Χτύπα! Σκίρτα!
Ως να λυθεί του Πύθωνα ένας- ένας
κι ο τελευταίος αρμός, και να σφαδάξει,
ω, Χορευτή, στα πόδια Σου αποκάτου,
Σαν την οχιά στου χρυσαϊτού τα νύχια,
Που, αφού την άδραξε γοργά απ’ το χώμα,
Πάλι στον αέρα τα πλατιά φτερά του
Χτυπάει και πλαταγεί, και κάτουθέ του
γοργολυγάει και δέρνεται στον αέρα,
ψυχομαχώντας, το ερπετό! Σηκώσου,
ω Εξαγνιστή, ω Απόλλωνα, ω Παιάνα...![18]
(στίχοι 1678-1683)
Σύμφωνα με τη διήγηση του Σουητώνιου, η Αγριππίνα η νεότερη έχει κάνει ήδη δυο γάμους. Με το Δομίτιο Αινοβάρβαρο είχε αποκτήσει το Νέρωνα. Αμέσως μετά το θάνατό του παντρεύτηκε τον Κρίσπο Πασσηινό. Ο Πασσηινός υιοθέτησε τον γιό της Αγριππίνας, τον Νέρωνα. Μετά από αυτό, η Αγριππίνα τον δολοφόνησε με δηλητήριο. Ενδεχομένως, η Κάλβια Κρισπιλίνα, την οποία αναφέρει ο Σικελιανός στη Σίβυλλα να είναι ένας τρόπος να σατιρίσει έμμεσα αυτό το ιστορικό πρόσωπο.
Κι ακόμα,
αυτό θα να 'λεα, Κάλβια Κρισπιλίνα,
σ’ εσένα… Όσο μπορέσεις, να πασκίσεις–
ξέρεις τον τρόπο-όσες στολές υπάρχουν
ξεχωριστές σε τέχνη και σε πλούτο
μες στο Ιερόν αυτό, να τις μαζέψεις
για τον καλό μου Σπόρο...[19]
(στίχοι 1377-1382)
Επιπλέον, το φίδι που αναφέρει η Σίβυλλα στους στίχους 1250-1253:
πριν έρτει η μέρα
του καθαρμού, που Εσύ την έχεις τάξει
προαιώνια και π’ ολάκερο ως θα ζώσει
το φοβερό ερπετό, θα τ’ αναγκάσει
να δαγκωθεί με τα ίδια του τα δόντια
και να χαθεί απ’ το ίδιο του φαρμάκι![20]
(στίχοι 1247-1253),
φαίνεται ότι ανταποκρίνεται σε ιστορικά δεδομένα.
Ο Σουητώνιος αναφέρει ότι ο Νέρωνας είχε μεγάλη επιρροή. Έτσι η Μεσσαλίνα, η γυναίκα του Κλαύδιου, είχε βάλει ανθρώπους να τον στραγγαλίσουν κατά τον μεσημεριανό του ύπνο, θεωρώντας τον αντίπαλο του Βρετανικού. Οι μέλλοντες δολοφόνοι τρομοκρατήθηκαν τη στιγμή που πήγαιναν να πραγματοποιήσουν την εντολή της Μεσσαλίνας από ένα φίδι που πετάχτηκε από το μαξιλάρι του Νέρωνα. Κάτω απ’ το μαξιλάρι του Νέρωνα υπήρχε ένα φιδοτόμαρο από εκείνα που αποβάλλουν τα φίδια. Το φίδι, λοιπόν, που δεν σκότωσε τότε το Νέρωνα, θα σκοτώσει στη διήγηση του Σικελιανού τον Νέρωνα που συμβολίζει πιθανότατα το φασισμό και θα υπάρξει κάθαρση μέσω της εκδίκησης που θα πάρει η Σίβυλλα και ο λαός. Φαίνεται, λοιπόν, ότι ο Σικελιανός χρησιμοποιεί τον μύθο προσαρμόζοντάς τον, προσδίδοντάς του συνάφεια με την σύγχρονή του εποχή.
Επιπρόσθετα ο Όσιος Αργίλαος λέει τα εξής:
Κι ήρτε στην ακοή μας
η λευτεριά πόχεις πλατιά χαρίσει
στην Αχαΐα, και τ’ άθλα που λογιάζεις
να αθλήσεις, δρόμο ανοίγοντας, ως να 'σουν
ο Αλέξαντρος οπόκοψε με μια του
σπαθιά το γόρδιο, τα βουνά που αποκάτου
Που κλείνουνε το Ιόνιο απ’ το ρέμα
του φωτεινού Σαρωνικού, καράβια
να πλέν σε λίγο ελεύτερα από το ’να
μες στ’ άλλο πέλαο...[21]
(στίχοι 1090-1098).
Οι στίχοι αντιστοιχούν επίσης σε ιστορικά στοιχεία αφού ο Σουητώνιος αναφέρει ότι ο Νέρωνας σχεδιάζει να επεκτείνει τα τείχη της Ρώμης ως την Ώστια και να ενώσει τη Ρώμη με τη θάλασσα με κανάλι. Επίσης ο Σουητώνιος αναφέρεται στη σύγκρισή του με τον ήλιο. Αναφέρει χαρακτηριστικά τα εξής: « Καθώς όλοι τον συγκρίνανε με τον Απόλλωνα στο τραγούδι και με τον Ήλιο στις αρματοδρομίες επιδόθηκε και σε αγωνίσματα τέτοια, που να συγκριθεί με τον Ηρακλή».[22] Στη σύγκριση του Νέρωνα με τον Ήλιο αναφέρεται και ο Σικελιανός καθώς στους στίχους 1072-1077 τον προσφωνεί με το ουσιαστικό Ήλιε τέσσερεις φορές:
— Λευτερωτή!
— Πατέρα!
— Νέρωνα Ήλιε!
— Νεότατε Ήλιε!
— Αθάνατε Ήλιε!
— Ανίκητε Ήλιε![23]
(στίχοι 1072-1077)
Ο Νέρωνας είχε διεστραμμένη σεξουαλική ζωή. Γράφει ο Σουητώνιος: «Πέρα από αυτά βίαζε αγόρια ελεύθερων οικογενειών και αποπλανούσε παντρεμένες γυναίκες. Διέφθειρε ακόμα και την Εστιάδα Παρθένο Ρουβρία. Με το Νόμο για τις Ελεύθερες Γυναίκες, έκανε σχεδόν νόμιμη σύζυγό του την απελεύθερη Ακτή, αφού δωροδόκησε μερικούς ανθύπατους να ψευδορκίσουν βεβαιώνοντας ότι είχε βασιλική καταγωγή. Ευνούχισε το παιδί Σπόρο και αποφάσισε να τον κάνει γυναίκα του. Τέλεσε μαζί του, με όλες τις τυπικότητες γάμο, με προίκα και νυφικά πέπλα και τον εγκατέστησε στο σπίτι του. Και συμπεριφέρθηκε απέναντί του σαν να ήταν σύζυγός του. [...] Τον Σπόρο, που στολίζονταν σαν αυτοκράτειρα και είχε δικό του φορείο, τον έπαιρνε μαζί του στα δικαστήρια, στις ελληνικές αγορές και αργότερα και στην ίδια τη Ρώμη, φιλώντας τον τρυφερά, ανοιχτά στους δρόμους».[24]
Σε όλες αυτές τις δραστηριότητες του Νέρωνα αναφέρεται καυστικά ο Σικελιανός, στη Σίβυλλα:
από τους άλλους πρώτα
τον Τιγελλίνο που, όπως λένε, του ’ναι
κουρέας και σύμβουλος μαζί∙ και πλάι,
σε χωριστά δωμάτια, από κείθε
τον Πυθαγόρα, που άντρας του λογιέται,
κι από δώθε τον Σπόρον, όπου νύφη
με πέπλο νυφικό τον έχει στήσει
στο πλευρό του, γυναίκα του.[25]
(στίχοι 625-632).
Επομένως, ο Σικελιανός βασίζεται σε πραγματικά ιστορικά δεδομένα, χρησιμοποιεί όμως την αρχαιογνωσία για να εκφράσει συγκαλυμμένα την πολιτική του τοποθέτηση για την πολιτική ασυδοσία του Νέρωνα. Αν και συγκαλυμμένα, βέβαια ο έμπειρος αναγνώστης μπορεί να κατανοήσει τις κρυμμένες αντιστοιχίες με τα πραγματικά ιστορικά πρόσωπα και να εξάγει συμπεράσματα για τη μομφή που επιθυμεί να εκφράσει ο Σικελιανός τόσο στο ανελεύθερο καθεστώς του Νέρωνα, όσο και στο ανελεύθερο καθεστώς της εποχής του. Στο ναζισμό, δηλαδή, που βρίσκεται προ των πυλών στην Ελλάδα.
Ο Σουητώνιος αναφέρει επίσης ότι ο Νέρωνας «στα γιουβενάλιά του έδωσε αρματοδρομίες στον ιππόδρομο, θεατρική παράσταση και μονομαχίες. […] όρισε θεατρικούς αγώνες για να τιμήσει την αιωνιότητα της αυτοκρατορίας που με δική του διαταγή ονομάστηκαν “μεγάλοι αγώνες”, ενώ τις θεατρικές παραστάσεις τις παρακολουθούσε από την κορυφή του προσκηνίου».[26]
Όλα τα παραπάνω τα περιγράφει και ο Σικελιανός στη Σίβυλλα:
το άρμα του Νέρωνα περνούσε, κι ο ίδιος,
μ’ ολόχρυση στολή και με γαλάζια
χλαίνα αστροκέντητη, όρθιος και κρατώντας
τα ηνία με το’ να χέρι και με τ’ άλλο
ένα μικρό τριανταφυλλί μαντίλι
στο στόμα του μπροστά.[27]
(στίχοι 761-766)
Στο στίχο 783 αναφέρει ότι στάθηκε «στης Κρίσσας τον ιππόδρομο»,[28]
ενώ στους στίχους 654-656 ότι:
αν τα σημάδια είναι καλά σαν πάρει
την προμαντεία, στο Θέατρο θα ν’ ανέβει
το Δελφικό, να τραγουδήσει...[29]
Οι στίχοι αυτοί του Σικελιανού ανταποκρίνονται και πάλι σε ιστορικά στοιχεία καθώς, σύμφωνα με το Σουητώνιο, ο Νέρωνας ήθελε να καλλιεργήσει τη φωνή του και να τραγουδήσει. Για το συγκεκριμένο θέμα αναφέρει χαρακτηριστικά τα εξής: «Αφού απέκτησε μια κάποια γνώση μουσικής, πέρα από όσα είχε μάθει στην πρώτη του εκπαίδευση, αμέσως μετά την ανακήρυξή του σε αυτοκράτορα έστειλε κι έφερε τον Τέρπνο, το μεγαλύτερο δάσκαλο λύρας του καιρού του, και αφού τον άκουσε να τραγουδάει μετά το δείπνο πολλές φορές τη νύχτα, άρχισε και ο ίδιος να παίζει και να τραγουδάει χωρίς να παραλείπει καμία από τις ασκήσεις που έκαναν εκείνοι που ήθελαν να γίνουν καλλιτέχνες του είδους για να ενισχύσουν τη φωνή τους [..] Έκανε το ντεμπούτο του στη Νάπολη. Άρχισε να τραγουδάει και δεν σταματούσε αν δεν τελείωνε το νούμερο που είχε αρχίσει, παρόλο που το θέατρο ταρακουνήθηκε ολόκληρο από σεισμό».[30]
Τέλος, ο Κλούβιος Ρούφος που αναφέρει ο Σικελιανός στη Σίβυλλα ήταν επίσης ιστορικό πρόσωπο. Ο Σικελιανός τον παρουσιάζει ως σύμβουλο του Νέρωνα :
Αλλά κάποτε, ως να ξύπνα’
απ’ τ’ ολόγυρά του όνειρο, την όψη
στον Κλούβιο Ρούφο σκύβοντας, εστάθη
σαν κάτι να τον ρώτησε∙ κι ως πήρε
σε τούτο απάντηση, άξαφνα, σαν όλος
ν’ αναταράχτει, εχλώμιανε.[31]
(στίχοι 1003-1007)
Και ο Σουητώνιος αναφέρει ότι ο Κλούβιος Ρούφος ήταν έμπιστο πρόσωπο του Νέρωνα «Αφού [ο Νέρωνας] πήρε τη θέση του και τελείωσε την προκαταρτική του ομιλία, ανάγγειλε διαμέσου του ανθύπατου Κλούβιου Ρούφου ότι θα τραγουδούσε Νιόβη».[32]
Συμπερασματικά θα μπορούσαμε να πούμε ότι ο Σικελιανός, όπως και ο Πίνδαρος από τον οποίο επηρεάστηκε, πίστευε ότι ο «μύθος αποτελεί σαφές και θετικό στοιχείο για την κατανόηση των αληθινών δυνάμεων της ψυχής».[33] Γράφει στον πανηγυρικό της Απελευθέρωσης (ότι ζητά) «ουσιαστική ολοκλήρωση της έννοιας της Ελευθερίας και για μας τους ίδιους και για ολόκληρο τον κόσμο. Από τη νέα λαϊκή μας θέληση, από την νέα πραγματοποίηση ισότητας και δικαιοσύνης και από την υπέρτατη κατοχύρωσή τους σε έργα ανώτερης πνευματικής πνοής και δημιουργίας ας επωμισθούμε τούτη την υπόσχεση να της προσδώσουμε αυτό το ανώτερο, το τέλειο, το καθολικό ανάστημά της».[34]
Τον ενδιαφέρει η μετατροπή του μύθου και η χρήση του ως φορέα των ιδεών του, ενώ «ένιωθε μόνο κοντά στο φυσικό και το μεταφυσικό κόσμο, γιατί επίστευε πως η μοίρα της Ελλάδας ήτανε το Πνεύμα».[35]
Ο Σικελιανός έπαιξε το ρόλο του ποιητή προφήτη μέσω του μύθου. Όπως έχει ειπωθεί, «άντλησε από ποικίλες πηγές της αρχαιότητας για να διαμορφώσει μια προσωπική μυθολογία».[36] Δεν άλλαξε η στάση του αφού υπηρέτησε τους αγώνες της Ελλάδας για Ελευθερία. Σύμφωνα με την Αθηνά Βογιατζόγλου «ο ιδιότυπος μεταφυσικός οραματισμός του, η ερμητικότητα και η μαιανδρική σύνταξη μεγάλου μέρους της ποίησής του την εμπόδισαν να φτάσει πράγματι στο λαό».[37] Βέβαια, τα τελευταία χρόνια εναπέθεσε τις ελπίδες του στην ποιητική τραγωδία. Πίστευε ότι ήταν το μόνο μέσο που θα έφερνε την ποίηση στο ευρύ κοινό γιατί οι ιστορικές συνθήκες του Β Παγκοσμίου Πολέμου ήταν αντίστοιχες με εκείνες της γέννησης της αρχαίας τραγωδίας. Ωστόσο τα μετεμφυλιακά χρόνια, ήταν μια «βαθιά διχαστική εποχή, που έφερε ακόμη νωπά τα τραύματα του εμφυλίου».[38]
Χαρακτηριστικά ο Ασημάκης Πανσέληνος αναφέρει στην εφημερίδα Μάχη ότι η κηδεία του δεν ήταν θριαμβευτική όπως εκείνη του Παλαμά, αλλά βαρύθυμη και μελαγχολική, λόγω του ψυχροπολεμικού κλίματος του εμφυλίου και αντί για το «ηχήστε οι σάλπιγγες», στην κηδεία του Σικελιανού ακούστηκε το σιγανό κλάμα της συντρόφου του. Μετά το τέλος του εμφυλίου, η ταύτισή του με την αριστερά τον κατέστησε έναν ποιητή «αποδιοπομπαίο από τη μετεμφυλιακή Ελλάδα».[39] Παρόλα αυτά κατά τη διάρκεια της ζωής του κατόρθωσε τόσο να αναδειχθεί σε σύμβολο της αντίστασης όσο και να τονώσει το δημοκρατικό φρόνημα του λαού με το έργο του.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Αρχείο Άγγελου και Εύας Σικελιανού, Φάκελος 6, υποφάκελος 6.1, Ομιλίες στο ραδιόφωνο, 14.10. 1944, ΕΛΙΑ.
Βογιατζόγλου Αθηνά, Η γένεση των πατέρων. Ο Σικελιανός ως διάδοχος των εθνικών ποιητών, εκδ. Καστανιώτη, 2005.
Κήλυ Έντμουντ, Μύθος και φωνή στη σύγχρονη ελληνική ποίηση, μτφρ. Σπύρος Τσακνιάς, Στιγμή, 1987, σ. 18.
Λαδογιάννη Γεωργία, «Μύθος και Ιστορία στην ανανέωση της τραγωδίας», Δωδώνη, Επιστημονική Επετηρίδα τμήματος Φιλολογίας Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, 2001.
Μύρης K.X, Σοφοκλής Ηλέκτρα, Κάκτος 1992.
Σικελιανού Άγγελου, Θυμέλη, Φιλολογική επιμέλεια Γ.Π. Σαββίδης, τόμος Α, Ίκαρος, 2003.
Σικελιανού Άννα, Η ζωή μου με τον Άγγελο, Βιβλιοπωλείον της «Εστίας», Αθήνα, χ.χ.
Σουητώνιος, Η ζωή των Καισάρων. Νέρων, Εισαγωγή-μετάφραση Περικλής Ροδάκης, Παρασκήνιο, 1993.
Φυλακτού Αντρέας, Ο μύθος και η λύρα. Ο αρχαίος ελληνικός μύθος στο λυρικό βίο. Συμβολή στη μελέτη των πηγών και της ποιητική του Άγγελου Σικελιανού, εκδ. Καστανιώτη 2002.
Φράγκου-Κικίλια Ρίτσα, Άγγελος Σικελιανός. Βαθμίδες μύησης, Εκδοσεις Πατάκη 2002.
R. D. Williams, The Aineiad of Virgil,Books 1-6, Macmillan ST. Martin’s Press, Oξφόρδη 1977.
E.R. Dodds, Ευριπίδου Βάκχαι, Μετάφραση Γ.Υ. Πετρίδου-Δ.Γ. Σπαθάρας, Φιλολογική επιμέλεια Νίκος Μπεζεντάκος, εκδ. Καρδαμίτσα, 2004.