Χάρτης 8 - ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ 2019
https://www.hartismag.gr/hartis-8/afierwma/soyzan-sontagk-gramma-ston-mporxes-deka-xronia-meta-ton-oanato-toy
μετάφραση-παρουσίαση Γιώργος Χουλιάρας
Η Σούζαν Σόνταγκ (Susan Sontag, 1933-2004) υπήρξε κορυφαία Αμερικανίδα δοκιμιογράφος. Έγραψε επίσης πεζογραφία, θέατρο, μονογραφίες και σκηνοθέτησε ταινίες. Ενάντια στην ερμηνεία [αμερικανική έκδοση: 1966], Περί φωτογραφίας
[1977], Η νόσος ως μεταφορά [1978], Το AIDS και οι μεταφορές του [1988], Ο εραστής του ηφαιστείου [1992], Αμέρικα [1999] είναι μεταξύ βιβλίων της που έχουν μεταφραστεί στα ελληνικά.
Σε ηλικία 17 ετών, στο Πανεπιστήμιο του Σικάγου, παντρεύτηκε τον Φίλιπ Ριφ (Philip Rieff, 1922-2006), που δίδασκε κοινωνιολογία. Έκανε μεγάλο μέρος της έρευνας για το πρώτο του βιβλίο για τον Φρόυντ, ως ηθικολόγο (Freud: The Mind of the Moralist, 1959), πριν χωρίσουν το 1958. Αργότερα ο γιος τους έγινε επιμελητής των βιβλίων της μητέρας του. Στη διάρκεια μεταπτυχιακών σπουδών (λογοτεχνίας και εν συνεχεία φιλοσοφίας και θεολογίας) στο Χάρβαρντ, έζησε μαζί τους για ένα χρόνο ο Χέρμπερτ Μαρκούζε, ενώ έγραφε το βιβλίο του Έρως και πολιτισμός (1955). Από την Οξφόρδη, που βρήκε βαρετή, μετακινήθηκε στο Παρίσι, όπου βρίσκεται ο τάφος της.
Το 1959 επέστρεψαν στη Νέα Υόρκη και έζησαν επτά χρόνια μαζί με την Κουβανο-Αμερικανίδα Μαρία Ιρένε Φορνές (María Irene Fornés, 1930-2018). Η μετέπειτα πρωτοπόρος του πειραματικού θεάτρου έχει πει ότι άρχισε να γράφει ένα βράδυ το 1961, όταν έπεισε τη Σόνταγκ, που διαμαρτυρόταν ότι ήταν αδύνατον να γράψει μυθιστόρημα, να γυρίσουν στο διαμέρισμά τους, αντί να ψάξουν για πάρτι. Θέλοντας να αποδείξει πόσο εύκολο είναι να γράφεις, καθισμένες όπως ήταν στο τραπέζι της κουζίνας, άνοιξε ένα βιβλίο μαγειρικής και άρχισε ένα διήγημα χρησιμοποιώντας την πρώτη λέξη κάθε πρότασης σε μια σελίδα του. Η μοναδική εμπειρία γραφής που είχε η Φορνές προηγουμένως ήταν μεταφράσεις επιστολών που είχε στείλει στον προπάππου της στην Κούβα ένας εξάδελφός του από την Ισπανία.
Η Σόνταγκ διετέλεσε πρόεδρος του Αμερικανικού Κέντρου PEN και πρωτοστάτησε στην υπεράσπιση του Σαλμάν Ρούσντι όταν κατηγορήθηκε για βλασφημία. Κατά τη διάρκεια της πολιορκίας του Σεράγεβο σκηνοθέτησε το έργο Περιμένοντας τον Γκοντό και ανακηρύχθηκε επίτιμος δημότης. Η παράσταση κράτησε όσο και η πολιορκία της πόλης, έγραψε κριτικός στη βρετανική Daily Telegraph.
Συχνά υπήρξε επικριτική. Συχνά υπήρξε αντικείμενο κριτικής. Ορισμένοι θεωρούν ότι ανακάλεσε τον χαρακτηρισμό, το 1967, της λευκής φυλής ως «του καρκίνου της ανθρώπινης ιστορίας» που καταστρέφει τον πλανήτη, γράφοντας ένα βιβλίο εναντίον κάθε χρήσης της ασθένειας ως μεταφοράς. Ιδιαίτερα επικρίθηκε όταν αμφισβήτησε τον στερεότυπο χαρακτηρισμό ως «δειλών» των υπεύθυνων των τρομοκρατικών επιθέσεων της 11ης Σεπτεμβρίου 2001.
Αν και καμία από τις δύο δεν χρησιμοποιούσε αυτή τη λέξη, σύντροφός της από το 1989 έως τον θάνατό της ήταν η φωτογράφος Άνι Λάιμποβιτς (Annie Leibovitz, 1949).
Το γράμμα της Σόνταγκ στον Μπόρχες περιλαμβάνεται στην τελευταία, πριν πεθάνει, συλλογή δοκιμίων της, που εκδόθηκε το 2001 με τίτλο Πού πέφτει ο τονισμός (Where the Stress Falls). Στην Αισθητική της σιωπής έχει πει ότι η τέχνη της εποχής μας είναι θορυβώδης, διαρκώς κάνοντας εκκλήσεις για σιωπή.
ΤΟ ΓΡΑΜΜΑ
Νέα Υόρκη, 13 Ιουνίου 1996
Αγαπητέ Μπόρχες,
Καθώς η λογοτεχνία σου πάντοτε βρισκόταν υπό την αιγίδα της αιωνιότητας, δεν φαίνεται τόσο περίεργο να σου απευθύνω ένα γράμμα. (Μπόρχες, έχουν περάσει 10 χρόνια!) Αν ένας σύγχρονος φαινόταν ποτέ προορισμένος για τη λογοτεχνική αθανασία, ήσουν εσύ. Ήσουν σε πολύ μεγάλο βαθμό το αποτέλεσμα της εποχής σου, της κουλτούρας σου, εντούτοις γνώριζες πώς να υπερβείς τον καιρό σου, την κουλτούρα σου, με τρόπους που μοιάζουν εντελώς μαγικοί. Αυτό είχε να κάνει με το πόσο ανοιχτή και γενναιόδωρη ήταν η προσοχή σου. Ήσουν ο λιγότερο εγωκεντρικός, ο πιο διαφανής των συγγραφέων, όπως και ο πιο επιδέξιος. Επίσης είχε να κάνει με μια φυσική καθαρότητα πνεύματος. Αν και έζησες ανάμεσά μας για μάλλον μακρύ διάστημα, τελειοποίησες πρακτικές λεπτολογίας και αποσύνδεσης που σε έκαναν έναν εξειδικευμένο νοερό ταξιδιώτη σε άλλες εποχές επίσης. Είχες μια αίσθηση χρόνου που διέφερε από άλλων ανθρώπων. Οι συνηθισμένες ιδέες για το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον έμοιαζαν κοινότοπες κάτω από το βλέμμα σου. Σου άρεσε να λες ότι κάθε στιγμή του χρόνου περιλαμβάνει το παρελθόν και το μέλλον, παραπέμποντας (όπως θυμάμαι) στον ποιητή Μπράουνινγκ, που είχε γράψει περίπου ότι «το παρόν είναι η στιγμή στην οποία το μέλλον θρυμματίζεται στο παρελθόν». Αυτό βέβαια ήταν μέρος της σεμνότητάς σου: του γούστου σου να βρίσκεις τις ιδέες σου στις ιδέες άλλων συγγραφέων.
Η σεμνότητά σου ήταν μέρος της βεβαιότητας της παρουσίας σου. Ήσουν κάποιος που ανακάλυπτε νέες χαρές. Μια απαισιοδοξία τόσο βαθιά, τόσο γαλήνια, όσο η δική σου, δεν χρειαζόταν να είναι αγανακτισμένη. Χρειαζόταν, μάλλον, να είναι επινοητική – και ήσουν, πάνω από όλα, επινοητικός. Η γαλήνη και η υπέρβαση του εαυτού που έβρισκες είναι για εμένα υποδειγματικές. Έδειξες ότι δεν είναι απαραίτητο να είναι κανείς δυστυχής, ακόμη και όταν με καθαρό μάτι και χωρίς να πλανάται βλέπει πόσο τρομερά είναι τα πάντα. Κάπου έχεις πει ότι ένας συγγραφέας –αβρά προσθέτοντας: κάθε άτομο– πρέπει να θεωρεί πως ό,τι και αν του ή της συμβαίνει αποτελεί πόρο. (Αναφερόσουν στην τύφλωσή σου.)
Εσύ υπήρξες ένας μεγάλος πόρος, για άλλους συγγραφείς. Το 1982 –δηλαδή, τέσσερα χρόνια πριν πεθάνεις– είχα πει σε μια συνέντευξη «Δεν υπάρχει σήμερα εν ζωή συγγραφέας που να έχει μεγαλύτερη σημασία για άλλους συγγραφείς από τον Μπόρχες. Πολλοί θα έλεγαν ότι είναι ο πιο σπουδαίος εν ζωή συγγραφέας … Πολύ λίγοι είναι οι συγγραφείς σήμερα που δεν έχουν μάθει από εκείνον ή δεν τον έχουν μιμηθεί.» Αυτό παραμένει αλήθεια. Εξακολουθούμε να μαθαίνουμε από εσένα. Εξακολουθούμε να σε μιμούμεθα. Έδωσες στους ανθρώπους νέους τρόπους να φαντάζονται, ενώ διακήρυσσες ξανά και ξανά την οφειλή μας στο παρελθόν και, πάνω από όλα, στη λογοτεχνία. Έχεις πει ότι οφείλουμε στη λογοτεχνία σχεδόν όλα όσα είμαστε και όσα ήμασταν. Αν εξαφανιστούν τα βιβλία, η ιστορία θα εξαφανιστεί και οι άνθρωποι επίσης θα εξαφανιστούν. Είμαι βέβαιη πως έχεις δίκιο. Τα βιβλία δεν είναι μόνο το αυθαίρετο άθροισμα των ονείρων μας, και η μνήμη μας. Επίσης μας προσφέρουν το υπόδειγμα της αυθυπέρβασης. Μερικοί άνθρωποι θεωρούν την ανάγνωση μόνον ως ένα είδος διαφυγής: μια διαφυγή από τον «πραγματικό» καθημερινό κόσμο προς έναν φανταστικό κόσμο, τον κόσμο των βιβλίων. Τα βιβλία είναι κάτι πολύ περισσότερο. Είναι ένας τρόπος να είμαστε πλήρως άνθρωποι.
Λυπάμαι που πρέπει να σου πω ότι τα βιβλία τώρα θεωρούνται ένα απειλούμενο είδος. Με βιβλία εννοώ επίσης τις συνθήκες ανάγνωσης που καθιστούν δυνατή τη λογοτεχνία και τις ψυχικές επιπτώσεις της. Σύντομα, μας λένε, θα καλούμε σε «βιβλιο-οθόνες» οποιοδήποτε «κείμενο» κατά παραγγελία και θα μπορούμε να αλλάζουμε την εμφάνισή του, να του θέτουμε ερωτήματα, να αλληλεπιδρούμε μαζί του. Όταν τα βιβλία θα γίνουν «κείμενα» με τα οποία «αλληλεπιδρούμε» σύμφωνα με κριτήρια χρησιμότητας, ο γραπτός λόγος θα έχει γίνει απλώς μια άλλη εκδοχή της διαφημιστικά κατευθυνόμενης τηλεοπτικής πραγματικότητάς μας. Αυτό είναι το ένδοξο μέλλον που δημιουργείται, και μας υπόσχονται, ως κάτι πιο «δημοκρατικό». Βέβαια δεν σημαίνει τίποτε λιγότερο από τον θάνατο της εσωτερικότητας – και του βιβλίου.
Αυτή τη φορά, δεν θα χρειάζεται μια τεράστια πυρά. Οι βάρβαροι δεν χρειάζεται να καίνε τα βιβλία. Η τίγρης βρίσκεται στη βιβλιοθήκη. Αγαπητέ Μπόρχες, σε παρακαλώ κατάλαβε ότι δεν μου δίνει ικανοποίηση να παραπονιέμαι. Αλλά τέτοια παράπονα για τη μοίρα των βιβλίων –της ίδιας της ανάγνωσης– σε ποιον θα μπορούσαν καλύτερα να απευθυνθούν, αν όχι σ’ εσένα; (Μπόρχες, έχουν περάσει 10 χρόνια!) Το μόνο που θέλω να πω είναι ότι μας λείπεις. Μου λείπεις. Συνεχίζεις να δημιουργείς διαφορά. Η εποχή στην οποία τώρα μπαίνουμε, αυτός ο 21ος αιώνας, θα βάλει σε δοκιμασία την ψυχή με νέους τρόπους. Αλλά, μπορείς να είσαι σίγουρος, μερικοί από εμάς δεν θα εγκαταλείψουμε τη Μεγάλη Βιβλιοθήκη. Και θα συνεχίσεις να είσαι ο χορηγός και ήρωας μας.