Χάρτης 40 - ΑΠΡΙΛΙΟΣ 2022
https://www.hartismag.gr/hartis-40/diereynhseis/o-rompert-kenenti-kai-to-fantasiako
Η εποχή μας είναι ο καιρός των επικίνδυνων φανταστικών όντων. Βρικόλακες, δράκουλες και λυκάνθρωποι κατακλύζουν τα δημοφιλή μυθιστορήματα και τις επιτυχημένες ταινίες, πολύ συχνά σε συνδυασμό μεταξύ τους, δηλαδή με υβριδικές μορφές και, όχι σπάνια, σε εμπλοκή με ιστορικά πρόσωπα. Έτσι, για παράδειγμα, έχουμε το βιβλίο (και την ταινία που στηρίχθηκε επάνω του), που μιλούν για τον Πρόεδρο Αβραάμ Λίνκολν ως κυνηγό βρικολάκων. Ο πληθωρισμός αυτός των φανταστικών όντων ενοχλεί, ίσως, όσους έχουν ένα αισθητικό γούστο αλλιώς δομημένο.
Ο Ρόμπερτ Κένεντι, αδελφός του δολοφονημένου Προέδρου των ΗΠΑ Τζoν Φιτζέραλντ Κένεντι, δολοφονηθείς και ο ίδιος το 1968 ως υποψήφιος Πρόεδρος, την εποχή της απαρχής της εμπλοκής του στα κοινά, συνέγραψε ένα βιβλίο (μαζί με τον Τζον Σαϊγκεντάλερ) με τον τίτλο Ο Εσωτερικός Εχθρός (The Enemy Within, Νέα Υόρκη, Popular Library, 1960). Το βιβλίο περιγράφει τις έρευνες της Επιτροπής του γερουσιαστή ΜακΚλίλαν για το οργανωμένο έγκλημα (μαφία) και την επιρροή του στα εργατικά σωματεία. Ο Κένεντι συμμετείχε σε αυτή την επιτροπή ως Επικεφαλής Νομικός Σύμβουλος. Το βιβλίο περιλαμβάνει, ειδικότερα, τη γνωριμία και αντιπαράθεση του Κένεντι με τον Πρόεδρο των Εργατικών σωματείων των οδηγών φορτηγών αυτοκινήτων Τζίμι Χόφα, που αργότερα εξαφανίσθηκε και, πιθανότατα, δολοφονήθηκε από τη μαφία. Καθώς η μαφία φημολογείται, στις διάφορες θεωρίες συνωμοσίας, ότι έπαιξε ένα καίριο ρόλο στις δολοφονίες των δυο αδελφών Κένεντι, το παρόν βιβλίο ενέχει ένα εξαιρετικά ανησυχητικά τόνο, υπό την έννοια του φροϋδικού ανοίκειου (das Unheιmlιche).
Στο βιβλίο του Κένεντι μπορεί κάποιος να βρεθεί αντιμέτωπος με κάπως πιο απειλητικά όντα από αυτά που ανέφερα στην εισαγωγή του παρόντος. Για παράδειγμα, έχουμε το επεισόδιο όπου ο Τζον Ακρόπολις, υπεύθυνος του Τοπικού Σωματείου 456 των οδηγών φορτηγών έρχεται αντιμέτωπος με τον Μπέρναρντ Άντελστιν, υπεύθυνο του τοπικού σωματείου 27 (ο φάκελος του οποίου ανέφερε 5 συλλήψεις και μία καταδίκη για εκβιασμό η οποία, όμως, κατέπεσε). Ο Άντελστιν λέει στον Ακρόπολις: «δεν είσαι και τόσο σκληρός. Μη νομίζεις ότι είσαι τόσο σκληρός που δεν μπορούμε να σε κανονίσουμε. Έχουμε κανονίσει πιο σκληρούς από σένα…» (σσ. 230-232). Ο συνέταιρος του Άντελστιν, Τζο Παρίζι λέει, με τη σειρά του, στον Ακρόπολις: «Σταματώ να μαλώνω μαζί σου. Έχω ιατρικά προβλήματα με την καρδιά μου. Δεν θα μαλώσω άλλο μαζί σου. Υπάρχουν άλλοι τρόποι να σε κανονίσουμε» (σ. 232). Ο Άντελστιν ήταν μέλος της εγκληματικής οργάνωσης εκτελεστών «Δολοφονία ΕΠΕ», της οποίας βασικός εκτελεστής ήταν ο Άλμπερτ Αναστάζια, που δολοφονήθηκε και ο ίδιος μέσα σε κουρείο το 1957. Υπαρχηγός του Αναστάζια ήταν ο Άλφρεντ Φαζούλα, γνωστός ως «Σπαγγέτι Φαζούλα» (σ. 231). Νέος αρχηγός της «Δολοφονίας ΕΠΕ» ορίστηκε, μετά το χαμό του Αναστάζια, ο Τζόι Γκάλο, που ο φάκελός του περιελάμβανε 17 συλλήψεις και 4 καταδίκες (σ. 237).
Η πιο περίεργη μορφή της οργάνωσης, ωστόσο, κατά τον Κένεντι, ήταν ο καθηγητής Σ. Ντον Μοντίκα. Σε συνομιλία με τον Κένεντι, ο Μοντίκα παραδέχθηκε ότι νεότερος είχε μερικά προβλήματα με τον νόμο. Μεταξύ των εν λόγω προβλημάτων, αναφέρεται μια εξάμηνη καταδίκη στην Πολιτειακή Φυλακή του Ντέλαγουερ επειδή ασκούσε την ιατρική χωρίς κανονική άδεια, καθώς και μια καταδίκη για διακεκριμένη κλοπή. Πτυχιούχος του Πανεπιστημίου Σεν Τζον στο Μπρούκλιν, ήταν διδάσκων της φιλοσοφίας της εκπαίδευσης στο Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης. Ήταν ακόμη ο εκδότης μιας φτηνής φυλλάδας για τη συγκομιδή απορριμμάτων με τίτλο Η Προσληφθείσα Σκούπα όπου υπέγραφε εμψυχωτικά συνθήματα σαν το ακόλουθο: «μέσα από τα σκουπίδια ξεπετάγεται ένα τριαντάφυλλο». Ο Μοντίκα ήταν και ιδιωτικός δάσκαλος των παιδιών των αφεντικών του υποκόσμου όπως οι Γουίλι και Σαλβατόρε Μορέτι ή ο Βίτο Τζενοβέζε. Σύμφωνα με ένα μάρτυρα, ο Καθηγητής ήταν άνθρωπος του Άλμπερτ Αναστάζια και, πιο συγκεκριμένα, το «λυκόσκυλό του» (σ. 233).
Αναφέρεται, επίσης, ο Τζο Άδωνις, μορφή του υποκόσμου, καθώς και άλλοι σαν τον περίφημο Μέγιερ Λάνσκι, τον επίσης περιβόητο Μπέντζαμιν «Μπάγκσι» Σίγκελ, τον «Σκανδάλη Μάικ» Κόπολα (στον οποίο αναφέρεται σύντομα η ταινία Κότον Κλαμπ του 1984, που σκηνοθέτησε ο Φράνσις Φορντ Κόπολα – δεν γνωρίζουμε αν υπάρχει σχέση), τον «Σημαδεμένο» Τζο Μπομαρίτο, τον Τζίμι «Γαλαζομάτη» Άλο, τον Βίνσεντ «Γουρουνάκη Μακ» Μαρτσέζι και άλλους (σ. 92). Άλλη αξιοσημείωτη μορφή ήταν ο Γκας Ζάπας που ο φάκελός του είχε τόσες πολλές συλλήψεις (σαρανταπέντε) ώστε δεν μπορούσε πια να βρει δουλειά στο Σικάγο. Αυτός μετακόμισε στην Ινδιανάπολή όπου βρήκε θέση στο Σωματείο των φορτηγατζήδων της Ιντιάνα. Πριν από την εν λόγω δουλειά, δεν είχε νόμιμη πηγή εισοδημάτων για έναν ολόκληρο χρόνο (σ. 310).
Η διαφθορά στα Σωματεία ήταν εξαιρετικά διαδεδομένη. Ένας ονόματι Μαξ Ράντοκ πληρώθηκε 360.000 δολάρια (αστρονομικό ποσό για την εποχή) για να γράψει ένα βιβλίο για το Σωματείο των εργατών της ξυλουργικής βιομηχανίας. Το βιβλίο, που παραδόθηκε σε πολύ λιγότερα από τα αρχικά συμφωνηθέντα αντίτυπα και με σημαντική καθυστέρηση, είχε τον τίτλο: Πορτρέτο ενός Αμερικάνου Ηγέτη των Εργατών: Ουίλιαμ Λέβι Χάτσεσον. Όμως, το έργο ήταν σε μεγάλο μέρος η αναπαραγωγή διδακτορικής διατριβής που είχε κατατεθεί στο Πανεπιστήμιο Κορνέλ. Όταν ο Ράντοκ κλήθηκε να καταθέσει ενώπιον της επιτροπής και ερωτήθηκε ποιο ήταν το μεγαλύτερο προσόν του βιβλίου, απάντησε: «το ύφος, όσο υπεροπτικό κι αν ακούγεται αυτό». Στις επανειλημμένες ερωτήσεις για την πατρότητα του έργου, αν και στην αρχή επέμενε ότι ήταν ατομικό του δημιούργημα, ύστερα συμπεριέλαβε κάποιους συγκεκριμένους συνεργάτες και, έπειτα, όλο και πιο ανήσυχος από την επιμονή των μελών της επιτροπής ΜακΚλίλαν, διεύρυνε την πατρότητα της συγγραφής σε κάποιους συνεργάτες η ταυτότητα των οποίων ήταν πολύ πιο αφηρημένη. Όταν ο Κένεντι του διάβασε ένα απόσπασμα, κατευθείαν αντιγραφή της διατριβής, ο Ράντοκ δεν αντιλήφθηκε το επίδικο και συγχάρηκε τον Νομικό Σύμβουλο για την ωραία ανάγνωση. Στο τέλος της κατάθεσης, περιορίστηκε να δηλώσει ότι απ’όσο θυμόταν ή γνώριζε, το βιβλίο ήταν δικό του. Αργότερα, σε έναν από τους ερευνητές της επιτροπής, πρότεινε να γράψουν μαζί ένα αστυνομικό μυθιστόρημα (σσ. 198-200).
Ούτε το σωματείο των εργατών της αρτοποιίας έμεινε απρόσβλητο από τη διαφθορά. Η κυρίως αμφιλεγόμενη μορφή του σωματείου ήταν αυτή του Προέδρου του, Τζιμ Κρος, ο οποίος ερευνήθηκε για τη διασπάθιση σημαντικών χρηματικών ποσών. Πολλά από αυτά ξοδεύονταν για μια κυρία με το όνομα Κέι Λόουερ που φαίνεται ότι ήταν φίλη του. Η κυρία Λόουερ είχε φάκελο με συλλήψεις για διακεκριμένες κλοπές, σχέσεις με τον κόσμο της πορνείας, οδήγηση σε κατάσταση μέθης κ.ά., αν και δεν καταδικάστηκε ποτέ. Η επιτροπή δεν εστίασε στο είδος των σχέσεων του Κρος με τη Λόουερ αλλά στο λόγο που αυτή εισέπραττε τόσο μεγάλα ποσά. Ο Κρος απάντησε ότι η Λόουερ είχε προσληφθεί για τις οργανωτικές της ικανότητες και εργαζόταν στο τοπικό σωματείο 37 στην Καλιφόρνια. Η επιτροπή κάλεσε τον Άλμπερτ Μπάρκερ, διευθυντή του σωματείου 37, και ακολούθησε η παρακάτω στιχομυθία:
ΡΟΜΠΕΡΤ ΚΕΝΕΝΤΙ: Γνωρίζετε αν η κ. Λόουερ έκανε ποτέ κάποια εργασία για το σωματείο;
ΑΛΜΠΕΡΤ ΜΠΑΡΚΕΡ: Όχι, κύριε, δεν το γνωρίζω.
Η πρώτη γνωριμία του Ρόμπερτ Κένεντι με τον Τζιμ Κρος έγινε στο αεροπλάνο. Ο Νομικός Σύμβουλος επιβιβάσθηκε στην πτήση για την Φλόριντα και, στο ταξίδι, άνοιξε τον φάκελο με τα στοιχεία για τον Κρος που του είχε παραδώσει ο ερευνητής Τζορτζ Κοπέκι. Ο κύριος που καθόταν δίπλα του στράφηκε, κάποια στιγμή, προς τον Κέννεντυ και του είπε: «καλύτερα να μάθετε κάτι. Εγώ είμαι ο Τζιμ Κρος».
Ίσως, μετά από όλα αυτά, θα έπρεπε να κάνουμε μερικές παρατηρήσεις για το φανταστικό ή, καλύτερα, το φαντασιακό. Η επιλογή του δεύτερου όρου σημαίνει μια μετατόπιση από το φανταστικό ως ψυχικό χώρο και αναπαράσταση (φερ’ειπείν, όταν αναφερόμαστε σε φανταστικά είδη στη λογοτεχνία και τον κινηματογράφο) προς το φαντασιακό ως μια ειδική δραστηριότητα. Παρόλη την πλούσια περιρρέουσα ρητορική περί της ελευθερίας του φαντασιακού, η αλήθεια είναι ότι αυτό το τελευταίο συχνότατα αποικιοκρατείται, μεταξύ άλλων, από τα προαναφερθέντα λογοτεχνικά και κινηματογραφικά είδη. Θα μπορούσαμε, μάλιστα, να διευκρινίσουμε ότι το φαντασιακό ως δραστηριότητα υποτάσσεται στην ηγεμονία των ειδών αναπαράστασης. Θα πρέπει να γίνει, επίσης, μια διάκριση του φαντασιακού από το συμβολικό. Αυτό το τελευταίο πολύ συχνά συνδέεται με την απόδοση νοήματος στη φαντασιακή δραστηριότητα και, συνεπώς, οδηγούμαστε συχνά να αναζητούμε το συμβολικό ιδιάζον των φαντασιακών κατασκευών. Μια πλευρά, ωστόσο, που δεν θα έπρεπε να παραβλέψει κανείς είναι η σχέση του συμβολικού με τη βία, σχέση που είναι στενότατη. Το συμβολικό, ειδικότερα, συνδέεται με φαινόμενα όπως ο κοινωνικός αποκλεισμός ή το κοινωνικό στίγμα.
Ως προς το ζήτημα της ισορρόπησης στο εσωτερικό των συλλογικοτήτων που είναι κεντρικό στην αφηγηματική λειτουργία (η περίφημη «επανόρθωση» κατά τον Vladimir Propp) και που αναδεικνύεται στον χώρο του συν-Είναι των υποκειμένων, δεν μπορεί κανείς να παραβλέψει την, σχεδόν αριστοτελικού πραγματισμού, παρατήρηση που έκανε o Luciano Ιorizzo στο βιβλίο του για τον Αλ Καπόνε: «Η προσπάθεια να πραγματοποιήσει κανείς μια ιδανική κοινωνία δια των νόμων παρουσίασε τεράστια προβλήματα στους δημόσιους λειτουργούς. Στο μέτρο που ήταν σχεδόν αδύνατο να ταυτιστεί ο πραγματικός κόσμος με τον ιδεατό, οι λειτουργοί αναγκάσθηκαν να αποφασίσουν ποιους νόμους να λάβουν σοβαρά υπόψη τους και ποιους να παραβλέπουν μεν, αλλά κατά καιρούς να εφαρμόζουν για τα μάτια του κόσμου. Αυτό που προέκυψε ήταν ένας μηχανισμός ελέγχου αλλά όχι εξάλειψης των παράνομων δραστηριοτήτων». Η ανωτέρω επιλογή δράσης ως προς τον νόμο ανήκει απολύτως στο χώρο της ειδικής σχέσης του φαντασιακού με το συμβολικό και σε αναφορά προς την εξισορροπητική λειτουργία της αφηγηματικής λειτουργίας. Με άλλα λόγια, το αδιέξοδο των σχέσεων συμβολικού και φαντασιακού μεταφέρεται στη σχέση του νόμου με την αφήγηση. Κάθε αφήγηση αποτελεί μια εξιστόρηση των αντιθέσεων του υποκειμένου (του ήρωα) με τον νόμο έτσι ώστε κάθε ιστορική περιγραφή των εν λόγω αντιθέσεων να παραπέμπει κάπως και στο αφηγηματικό σύμπαν.
Το βιβλίο του Κένεντι περιέχει και μερικές, πιο ιδιαίτερες στιγμές όπως η ακόλουθη:
«Όπως ελπίζω να κατέστησα ξεκάθαρο», γράφει ο Επικεφαλής Νομικός Σύμβουλος, «η έρευνά μας γνώρισε τόσο στιγμές απογοήτευσης όσο και θριάμβου. Γνώρισε, επίσης, τραγικές στιγμές. Μια μέρα ένας άνθρωπος που είχε κληθεί για εξέταση από την Επιτροπή μπήκε μέσα στο γραφείο συνοδευόμενος από τον γαμπρό και τον δικηγόρο του. Στο γραφείο της, ακριβώς δίπλα στην είσοδο, η Λένα Χεκ, μια στενογράφος που είχε προσληφθεί μόλις πριν μια βδομάδα, χτυπούσε απασχολημένη τα πλήκτρα της γραφομηχανής της. Καθώς κοίταξε προς τα πάνω είδε τον άνδρα, όπως της φάνηκε, να σκοντάφτει. Έπεσε μπροστά, πάνω στο γραφείο της και, ύστερα, γλίστρησε στο πάτωμα, νεκρός από καρδιακή προσβολή» (σ. 180). Ο συγγραφέας συμπληρώνει: «ευτυχώς, η εργασία μας είχε και τις πιο εύθυμες στιγμές της» (ό.π).
Σχετικό κείμενο: Προπατορικά αμαρτήματα & Αμερική / Γιώργος Χουλιάρας