Χάρτης 39 - ΜΑΡΤΙΟΣ 2022
https://www.hartismag.gr/hartis-39/afierwma/ena-eikharisto-ksafniasma
Τα βιβλία στη βιβλιοθήκη, μεταρσιωμένα από μια αίσθηση μυστηριώδους σύγχυσης ή αποπεράτωσης, αναδίδουν μια μυρωδιά επίδειξης, αφορούν αλληγορική φαλαινοθηρία, ή τους δρόμους που ο καθένας μας παίρνει, οι οποίοι διασταυρώνονται από εδώ ως το τέλος, όποιο κι αν φτάνει πρώτο.
(John Ashbery, Κορίτσια σε φυγή, μτφρ. Β. Παπαγεωργίου, Σαιξπηρικόν 2022, σ. 34)
Η πρώτη επαφή με τη ποίηση του Τζον Άσμπερι, σαν να εξετάζεις έναν άγουρο καρπό που βρέθηκε στα χέρια σου, έγινε μέσα από ιστοσελίδες αγγλόφωνης ποίησης και ήταν πράγματι ικανή να δημιουργήσει ρηγματώσεις στην ενοποιημένη πρόσοψη της άρνησης που μου επέβαλε μια κυκλική θεώρηση του χρόνου και οι οποίες ηθελημένα ή άθελα με οδήγησαν σε διασταυρώσεις όπου μπορούσα και δω ένα δάσος μπροστά μου να μου γνέφει. Βέβαια, μια λύση που θα οδηγούσε «προς άλλα ενδιαφέροντα, όπως οι παλίρροιες στον κόλπο του Fundy» (John Ashbery, «Η επιδίωξη της ευδαιμονίας», Συρμός σκιά, μτφρ. Β. Παπαγεωργίου, Βιβλιοπωλείον της «Εστίας» 1994, σ. 19).
θα ήταν κάπως ευπρόσδεκτη στη περίπτωση που θα αντλούνταν ικανοποίηση από μια επιφανειακή θέαση των πραγμάτων αδιαφορώντας για την εξεύρεση νοήματος, αλλά ακριβώς γι’ αυτό όχι εντελώς αποδεκτή, όταν με το πέρας μιας παρουσίασης ποιητικής συλλογής γνώρισα τον Βασίλη Παπαγεωργίου και είδα έμπρακτα πια πώς ένα ποίημα κρύβει μέσα του ένα άλλο και εν συνεχεία ένα άλλο, διαγράφοντας ουσιαστικά την έννοια του ίδιου του χρόνου, τουλάχιστον με τον τρόπο που εκλαμβάνεται αυτή στην καθημερινότητά μας. Ο Άσμπερι ίσως δεν θα έθετε το ερώτημα ευθέως, αλλά μέσω μιας κατάφασης της τέχνης της ζωής θα οδηγούσε τον αναγνώστη σε αυτό το ευχάριστο ξάφνιασμα που είναι η ποίησή του.
Πράγματι, η επαφή με τη ποίηση του Άσμπερι αποτέλεσε ένα άνοιγμα προς όλες τις εκφάνσεις της ίδιας της ζωής, από το ευτελές ή το καθημερινό έως τις υψηλότερες ιδέες που κατάφερε να κατοικήσει η ανθρώπινη νόηση. Όλα τα παραπάνω συνυπάρχουν με έναν αρμονικό τρόπο μέσα στις ποιητικές του συλλογές λειαίνοντας σχεδόν μαγικά τις οποιεσδήποτε αντιστίξεις που μπορεί να αναδυθούν όταν θέλει κάποιος να μιληθούν ταυτόχρονα όλα τα παραπάνω. Η ποίησή του διαποτισμένη από την τέχνη της κατάφασης προσπαθεί να αναδείξει το νόημα που κρύβεται μέσα στην ίδια τη γλώσσα, ακριβώς στην ουσία της, εξωθώντας την με αυτό τον τρόπο πέρα από τα όριά της, όσο ακροβατεί στο χείλος του κενού που αποτελεί ο ίδιος ο ορισμό της. Στον χώρο εκτός νοήματος λαμβάνει χώρα η μεγαλύτερη προσφορά της ποίησής του που δεν είναι άλλη από την την εκμηδένιση του ίδιου του δημιουργού, αναδεικνύοντας παράλληλα μέσα από μια πράξη εξαφάνισης το μεγαλείο του.
Όπου υπάρχει το ποίημα δεν κατοικεί ο ποιητής, δεν επιθυμεί να επιβάλλει τίποτα εκτός από το να φωτίσει εκείνες τις εντέχνως αθέατες πλευρές του λόγου, τα δυσδιάκριτα όρια που μέσα στην ηθελημένη άγνοιά μας παραβλέπουμε συνεχώς. Ο Άσμπερι εργάζεται άκοπα πάνω στην τέχνη της μεταβίβασης, προσφέροντας το δημιούργημα του στον αναγνώστη που διέπεται από επιθυμία να γνωρίσει ξανά το ποίημα μέσα από τη δική του μοναδικότητα ως υποκείμενο του λόγου. Αυτό το χαρακτηριστικό αποτελεί τη προσφορά του Άσμπερι, αυτή η απογύμνωση του ποιήματος από κάθε στοιχείο που θα επέβαλλε τη δική του υποκειμενικότητα και το καταφέρνει κινούμενος πέρα από τα όρια του νοήματος.
Ο τρόπος του μοιραία συνεπιφέρει την κριτική προς το πρόσωπό του ως ενός δυσνόητου ποιητή, γεγονός που είναι κατανοητό, αν απορρέει από το να «νομίζω» ότι ακούω/βλέπω/αισθάνομαι μόνο μέσα σε μια ζωή εμποτισμένη από τον νόμο του λόγου. Το δώρο όμως του Άσμπερι, με όλες τις χρονικές συνιστώσες του παρόντος που επιφέρει, προσφέρει και την επιθυμία για την ίδια την ανάγνωση, κατά την οποία δεν αποδέχομαι μόνο την άμεση και χωρίς φραγμούς απόλαυσή της, αλλά επιθυμώ και να την κάνω κτήμα μου αναλαμβάνοντας την ευθύνη αυτής της ανάγνωσης, γνωρίζοντας εκ των προτέρων πως το ποίημα ενώ μας μιλάει και είναι κοντά μας, δεν θα είναι ποτέ δικό μας, όπως γράφει ο ίδιος ο ποιητής στο ποίημά του «Παράδοξα και οξύμωρα» στη συλλογή Συρμός σκιά. Επιθυμία που δεν εκπληρώνεται δυστυχώς και που παίρνει μια μορφή επιδημίας, καθιστώντας το ποίημα εντός της ελευθερίας του μη διαχειρίσιμο κατά αναλογία με τη ζωή εντός της κατάφασής της.
Ο Άσμπερι καταφέρνει με τη ποίηση του αυτό που απαντάται στα πεζογραφήματα του Μορίς Μπλανσό και στα θεατρικά έργα του Σάμιουελ Μπέκετ. Παράλληλα, με τις λεπτές αποχρώσεις που λαμβάνει η ειρωνεία και το χιούμορ στα ποιήματά του καταδεικνύει το πραγματικό αδιέξοδο του σύγχρονου ανθρώπου. Προσφέρει την ποίησή του στο προσωπικό μελόδραμα αυτού που επιθυμεί να μην κατανοήσει την απλότητα της ποίησης του, αλλά να γίνει ο ίδιος το ποίημά του, νιώθοντας σε κάθε ανάγνωση αυτό το ευχάριστο ξάφνιασμα.